(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2005 - ÔÅÕ×ÏÓ 34)
Αριθμός απόφασης: 1438/2005
Τμήμα: ΑΠ Α΄ Πολιτικό Τμήμα
Πρόεδρος: Α. Κρητικός
Εισηγητής: Ευ. Σταυρουλάκης
Αδικαιολόγητος πλουτισμός κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ. Βασική προϋπόθεση της ευθύνης εκ του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Δεν ερευνάται η ζημία εκείνου από την περιουσία του οποίου προήλθε η ωφέλεα του λήπτη. Πότε υφίσταται νόμιμη αιτία η οποία ματαιώνει την αναζήτηση του πλουτισμού.
Άρθρα: 904, 909 ΑΚ, 579 παρ. 1 και 333 ΚΠολΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 904 ΑΚ, που ορίζει ότι «όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια», προκύπτει σαφώς ότι βασική προϋπόθεση της ευθύνης εκ του αδικαιολόγητου πλουτισμού είναι η θετική ή αποθετική αύξηση της περιουσίας του λήπτη, που έγινε με τη χωρίς νόμιμη αιτία μετακίνηση οικονομικών στοιχείων από την περιουσία άλλου ή με ζημία τούτου. Εάν η περιουσιακή μετακίνηση είχε το αποτέλεσμα τούτο, γεγονός το οποίο διαπιστώνεται με τη σύγκριση της περιουσίας του λήπτη πριν και μετά τη μετακίνηση, γεννάται υποχρέωση του τελευταίου να αποδώσει την ωφέλεια σε εκείνον από την περιουσία του οποίου προήλθε, εφόσον η διατήρησή της δεν δικαιολογείται από κάποια νόμιμη αιτία. Αντίθετα, η ζημία εκείνου, από την περιουσία του οποίου προήλθε η ωφέλεια του λήπτη, δεν ερευνάται, καθόσον στόχος της αγωγής από το άρθρο 904 ΑΚ δεν είναι η αποκατάσταση της ζημίας του ενάγοντος, αλλά η απόδοση του πλουτισμού του εναγομένου, ο οποίος, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 909 ΑΚ, πρέπει να υφίσταται κατά το χρόνο επίδοσης της αγωγής. Περαιτέρω, νόμιμη αιτία, η οποία ματαιώνει την αξίωση για αναζήτηση του πλουτισμού, είναι κάθε τι που το δίκαιο αναγνωρίζει ως επαρκή αιτιολογία για τη διατήρησή του (Ολ. ΑΠ 560/1974), τέτοια δε είναι και η απόκτηση του αντικειμένου της δίκης ύστερα από εκούσια ή αναγκαστική εκτέλεση της τελεσίδικης απόφασης που το έχει επιδικάσει. Στην περίπτωση όμως αυτή, νόμιμη αιτία πλουτισμού αποτελεί όχι το δικαίωμα του ενάγοντος καθεαυτό, για το οποίο απλή και μόνο καύχηση υπάρχει, ούτε η οριστική επιδίκασή του με διάταξη που δεν κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή, αλλά το δεδικασμένο που απορρέει από την τελεσίδικη καταψηφιστική απόφαση, ως εκ του οποίου αποκλείεται η επιδίωξη της επιστροφής του. Εντεύθεν έπεται ότι η μεταγενέστερη εξαφάνιση του δεδικασμένου, είτε γιατί η απόφαση αναιρέθηκε (άρθρο 579 παρ. 1 ΚΠολΔικ), είτε γιατί προσβλήθηκε αποτελεσματικά, κατά το άρθρο 333 ΚΠολΔικ, επιφέρει τη λήξη της αιτίας του πλουτισμού και εκείνος που έλαβε την ωφέλεια οφείλει να την επιστρέψει.