Νομολογία - ποινικά

(ΙΟΥΛΙΟΣ - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2008 - ÔÅÕ×ÏÓ 50) Αριθμός απόφασης: 382/2008 Τμήμα: Ε' (ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Ε. Νικολόπουλος
Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, προϋποθέσεις, διαδικασία έκδοσης, ένδικο μέσο.
1 παρ. 1, 2 ,5, 10 παρ. 1 και 2, 11, 12, 13 και 22 παρ. 1 Ν. 3251/2004, 6 ΕΣΔΑ, 583 παρ. 1 ΚΠΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΣΚΕΠΤΙΚΟ
Ι. Κατά το άρθρο 22 παρ. 1 του Ν. 3251/2004 «Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης κ.λπ.», σε περίπτωση μη συγκατάθεσης του εκζητουμένου, επιτρέπεται η άσκηση έφεσης στον Άρειο Πάγο από τον εκζητούμενο ή τον εισαγγελέα κατά της οριστικής απόφασης του συμβουλίου εφετών, εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από τη δημοσίευση της απόφασης. Για την έφεση συντάσσεται έκθεση ενώπιον του γραμματέα εφετών, στην οποία πρέπει να διατυπώνονται και οι λόγοι για τους οποίους ασκείται αυτή. Επομένως, η υπό κρίση υπ' αριθμ. 301/1912-2007 νομίμως και εμπροθέσμως ενώπιον του αρμοδίου γραμματέα του Εφετείου Αθηνών ασκηθείσα έφεση του εκζητούμενου D.G. κατά της υπ' αριθμ. 70/18-12-2007 αποφάσεως του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με την οποία τούτο διέταξε την εκτέλεση του υπό στοιχεία 383/2007 RES από 29-11-2007 Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης της Εισαγγελίας Εφετών του Μιλάνου Ιταλίας κατά του άνω εκκαλούντος, πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί κατ' ουσίαν.
ΙΙ. Κατά το άρθρο 1 παρ. 1 του άνω Ν. 3251/2004, το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης είναι απόφαση ή διάταξη δικαστικής αρχής κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εκδίδεται με σκοπό τη σύλληψη και την προσαγωγή προσώπου, το οποίο ευρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον το πρόσωπο αυτό ζητείται από τις αρμόδιες αρχές του Κράτους έκδοσης του εντάλματος στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας α) προκειμένου σε πρόσωπο στο οποίο έχει ήδη αποδοθεί η αξιόποινη πράξη να ασκηθεί ποινική δίωξη ή β) να εκτελεστεί ποινή ή μέτρο ασφαλείας, τα οποία στερούν την ελευθερία. Στο άρθρο 2 του ίδιου νόμου ορίζεται το περιεχόμενο και ο τύπος του Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης, που περιέχει ειδικότερα τα ακόλουθα στοιχεία: α) την υπηκοότητα και ιθαγένεια του εκζητουμένου, β) το όνομα, διεύθυνση, αριθμό τηλεφωνικής και τηλεομοιοτυπικής σύνδεσης και ηλεκτρονική διεύθυνση της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος, γ) μνεία της εκτελεστικής δικαστικής απόφασης του εντάλματος σύλληψης ή της συναφούς διάταξης δικαστικής αρχής, δ) φύση και νομικό χαρακτηρισμό του εγκλήματος, ε) περιγραφή των περιπτώσεων τέλεσης του εγκλήματος, στις οποίες περιλαμβάνονται ο χρόνος και τόπος τέλεσης, καθώς και η μορφή συμμετοχής του εκζητουμένου στην αξιόποινη πράξη, στ) την επιβληθείσα ποινή, αν πρόκειται για αμετάκλητη απόφαση ή το πλαίσιο ποινής που προβλέπεται για την αξιόποινη πράξη από τη νομοθεσία του κράτους μέλους έκδοσης του εντάλματος και ζ) στο μέτρο του δυνατού, κάθε άλλη πληροφορία σχετικά με την αξιόποινη πράξη και τις συνέπειές της. Στο άρθρο 9 παρ. 3 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι όταν ο εκζητούμενος δεν συγκατατίθεται να προσαχθεί στο κράτος έκδοσης του εντάλματος, αρμόδια δικαστική αρχή για την έκδοση της απόφασης εκτέλεσης του εντάλματος είναι το Συμβούλιο Εφετών, στην περιφέρεια του οποίου διαμένει ή συλλαμβάνεται ο εκζητούμενος, κατά δε το άνω άρθρο 22 παρ. 1 του ίδιου νόμου κατά της παραπάνω οριστικής απόφασης του Συμβουλίου Εφετών επιτρέπεται η άσκηση έφεσης στον Άρειο Πάγο από τον εκζητούμενο ή τον εισαγγελέα εντός είκοσι τεσσάρων ωρών από τη δημοσίευση της απόφασης. Κατά το άρθρο 5 του ίδιου νόμου, το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδίδεται για πράξεις, οι οποίες τιμωρούνται κατά τους ελληνικούς ποινικούς νόμους με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας, το ανώτατο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών ή σε περίπτωση που έχει ήδη επιβληθεί ποινή ή μέτρο ασφαλείας τα οποία στερούν την ελευθερία για απαγγελθείσες καταδίκες διάρκειας τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών, κατά δε το άρθρο 10 παρ. 1 στοιχ. α' του νόμου τούτου, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 11 έως 13 αυτού, το Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκτελείται εφόσον η αξιόποινη πράξη, για την οποία έχει εκδοθεί τούτο, συνιστά έγκλημα σύμφωνα με τους ελληνικούς ποινικούς νόμους, ανεξαρτήτως του νομικού χαρακτηρισμού, το οποίο τιμωρείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης του εντάλματος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή με στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας, το ανώτατο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον δώδεκα (12) μηνών, όπως επίσης εκτελείται, κατά το στοιχ. β' της άνω παρ. 1 του άρθρου 10, εφόσον τα δικαστήρια του κράτους έκδοσης του εντάλματος καταδίκασαν τον εκζητούμενο σε ποινή ή μέτρο ασφαλείας, στερητικό της ελευθερίας τουλάχιστον τεσσάρων (4) μηνών για αξιόποινη πράξη, την οποία και οι ελληνικοί νόμοι χαρακτηρίζουν ως πλημμέλημα ή κακούργημα. Περαιτέρω, κατά την παρ. 2 του αμέσως ανωτέρω άρθρου 10, η εκτέλεση του Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης επιτρέπεται, χωρίς έλεγχο του διττού αξιοποίνου, για τις αναφερόμενες στην παράγραφο αυτή (2) αξιόποινες πράξεις, όπως αυτές ορίζονται από το δίκαιο του κράτους έκδοσης του εντάλματος, εφόσον τιμωρούνται στο κράτος αυτό με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας, το ανώτατο όριο των οποίων είναι τουλάχιστον τριών (3) ετών, ειδικότερα δε μεταξύ των άλλων, και για παράνομη εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών (στοιχ. ε).
ΙΙΙ. Στην προκείμενη περίπτωση, από όλα τα έγγραφα που υπάρχουν στη δικογραφία, σε συνδυασμό με όσα διά του συνηγόρου εξέθεσε ο εκζητούμενος, προέκυψαν τα ακόλουθα: Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών με την προσβαλλόμενη απόφασή του διέταξε την εκτέλεση του υπό στοιχεία 383/2007 RES από 29-11-2007 Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης του Αναπληρωτή Γενικού Εισαγγελέα στο Εφετείο του Μιλάνου Ιταλίας κατά του εκκαλούντος D. G. Το ως άνω Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης εκδόθηκε προκειμένου ο εκζητούμενος να συλληφθεί και να προσαχθεί ενώπιον της δικαστικής αρχής που εξέδωσε το ένταλμα για να εκτίσει ποινή κάθειρξης 13 ετών και χρηματική ποινή 35.000 ευρώ, η οποία του επιβλήθηκε με την υπ' αριθμ. …. απόφαση του Εφετείου του Μιλάνου, η οποία κατέστη αμετάκλητη την 24-2-2007. Κατά τα διαλαμβανόμενα στο ένταλμα σύλληψης, η ως άνω ποινή επιβλήθηκε στον εκζητούμενο διότι από τηλεφωνικές παρακολουθήσεις αποδείχθηκε ότι αυτός α) κατά το χρονικό διάστημα από 10-5-2002 έως 17-5-2002 από κοινού με τους ... εισήγαγε από την Ολλανδία, κατείχε και παρέδωσε στο Μιλάνο και την Μπολώνια δύο (2) κιλά της ναρκωτικής ουσίας (κοκαΐνη) και β) κατά το χρονικό διάστημα από 27-5-2002 έως 1-6-2002 από κοινού με τους …. εισήγαγε από την Ολλανδία και κατείχε στην Μπολώνια πέντε (5) κιλά της ίδιας ναρκωτικής ουσίας (κοκαΐνη). Οι άνω αξιόποινες πράξεις προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 91 παρ. 2, 110 του Ιταλικού ΠΚ και τις διατάξεις 73 παρ. 1 και 6, 80 παρ. 2 του DPR 309/1990. Το ένδικο Ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, το οποίο φέρει ημεροχρονολογία έκδοσης, ονοματεπώνυμο και υπογραφή του δικαστή που το εξέδωσε και περιέχει όλα τα στοιχεία που προβλέπονται από το άρθρο 2 του Ν. 3251/2004 (ταυτότητα και ιθαγένεια του εκζητούμενου, όνομα, διεύθυνση και λοιπά στοιχεία της δικαστικής αρχής έκδοσης του εντάλματος, μνεία της αποφάσεως στην οποία βασίστηκε η έκδοση αυτού σύλληψης, η φύση και ο νομικός χαρακτηρισμός των αξιοποίνων πράξεων που αποδίδονται στον εκζητούμενο, οι περιστάσεις τέλεσης των αξιοποίνων πράξεων, πληροί τις προϋποθέσεις και τους όρους της τυπικής νομιμότητάς του κατά το Ν. 3251/2004. Περαιτέρω, οι άνω πράξεις, για τις οποίες καταδικάσθηκε, εμπίπτουν σε εκείνες τις πράξεις, για τις οποίες, κατά το άρθρο 10 παρ. 2 περίπτ. ε' του Ν. 3251/2004, επιτρέπεται η εκτέλεση του Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης χωρίς έλεγχο του διττού αξιοποίνου και με μόνη προϋπόθεση να τιμωρείται στο κράτος έκδοσης του εντάλματος με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο ασφαλείας τουλάχιστον τριών (3) ετών ως προς το ανώτατο όριό τους, περίπτωση η οποία συντρέχει εν προκειμένω. Ανεξαρτήτως τούτου, οι εν λόγω πράξεις προβλέπονται και τιμωρούνται ως κακουργήματα και από το ελληνικό ποινικό δίκαιο (άρθρο 20 παρ. 1 εδ. α΄, β΄, ζ΄ του Κώδικα των νόμων για ναρκωτικά). Τέλος, δεν συντρέχει καμία από τις προβλεπόμενες στα άρθρα 11 και 12 του ίδιου νόμου περιπτώσεις απαγορεύσεως της εκτελέσεως ή δυνατότητας, αντιστοίχως, να απαγορευθεί η εκτέλεσή του, για τις προαναφερόμενες πράξεις.
Στο άρθρο 13 παρ. 1 του Ν. 3251/2004, ορίζεται ότι «αν το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης έχει εκδοθεί προς τον σκοπό της εκτέλεσης ποινής που έχει επιβληθεί με απόφαση εκδοθείσα ερήμην του εκζητουμένου και το πρόσωπο αυτό δεν είχε κλητευθεί αυτοπροσώπως ούτε είχε ενημερωθεί κατ' άλλον τρόπο σχετικά με την ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της ακροαματικής διαδικασίας που οδήγησε στην ερήμην του απόφαση, η εκτέλεση του εντάλματος σύλληψης από την αρμόδια δικαστική αρχή μπορεί να εξαρτηθεί από την προϋπόθεση ότι η δικαστική αρχή έκδοσης του εντάλματος θα παράσχει επαρκείς εγγυήσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι ο εκζητούμενος θα έχει τη δυνατότητα να ζητήσει να δικασθεί εκ νέου στο κράτος μέλος έκδοσης του εντάλματος και να παρίσταται στην λήψη της αποφάσεως». Στην προκειμένη περίπτωση, από το προαναφερόμενο ένταλμα σύλληψης προκύπτει ότι ο εκζητούμενος, δεν είχε μόνιμη κατοικία στην Ιταλία ούτε ήταν γνωστή η διαμονή του στην αλλοδαπή, πρωτοδίκως δε και κατ' έφεση δικάσθηκε ερήμην, εκπροσωπηθείς στο δικαστήριο από την δικηγόρο του H. L. Αναφέρεται, όμως, στο ίδιο ένταλμα σύλληψης, ότι ο εκζητούμενος έχει για τον παραπάνω λόγο της ερήμην καταδίκης του το δικαίωμα, κατά το άρθρο 175 του Ιταλικού ΚΠΔ να αμφισβητήσει την απόφαση. Στην παρ. 2 της άνω διατάξεως (175 ΚΠΔ) η οποία προσκομίζεται με επιμέλεια του Εισαγγελέα Εφετών σε μετάφραση, ορίζεται ότι «εάν απαγγέλθηκε ερήμην απόφαση ή καταδικαστική διάταξη, μπορεί να ζητηθεί αποκατάσταση της προθεσμίας για να προταθεί αντίρρηση ή ένσταση ακόμη και του κατηγορουμένου που αποδεικνύει ότι δεν έλαβε πραγματική γνώση του μέτρου, εφόσον η αντίρρηση δεν έχει ήδη προβληθεί από τον υπερασπιστή και το γεγονός δεν οφείλεται σε δική του υπαιτιότητα ή όταν η ερήμην απόφαση επιδόθηκε με εγχείριση στον υπερασπιστή στις περιπτώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 159, 161, 4 και 160 και ο κατηγορούμενος εσκεμμένα απέφυγε να λάβει γνώση των πράξεων της διαδικασίας». Συνεπώς, εφόσον από το δίκαιο του εκζητούντος κράτους παρέχεται στον ερημοδικασθέντα κατηγορούμενο η δικονομική δυνατότητα να ζητήσει εκ νέου την εκδίκαση της υποθέσεώς του και να παρίσταται κατ' αυτήν, δεν υφίσταται πεδίο εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 13 παρ. 1 για την παροχή εγγυήσεων αφού ήδη τέτοιες εγγυήσεις παρέχονται και επομένως δεν περιλαμβάνονται και τα από το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ απορρέοντα δικαιώματα του εκζητούμενου να παρασταθεί αυτοπροσώπως ενώπιον του δικαστηρίου του εκζητούντος Κράτους με συνήγορο της επιλογής του. Κατά συνέπεια, συντρέχουν στην προκειμένη περίπτωση οι νόμιμες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του ανωτέρω Ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης για γι' αυτό το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, το οποίο με την προσβαλλόμενη απόφασή του απεφάσισε την εκτέλεση του εν λόγω εντάλματος, ορθώς όλες τις προπαρατεθείσες διατάξεις ερμήνευσε και εφάρμοσε και πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος ο μόνος λόγος εφέσεως με τον οποίο ο εκκαλών επικαλείται ότι το ένδικο ένταλμα δεν πρέπει να εκτελεσθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 του Ν. 3251/2001.
Απορριπτομένης της εφέσεως, είναι χωρίς αντικείμενο και πρέπει να απορριφθεί και το αίτημα του εκκαλούντος για άρση της προσωπικής του κράτησης ή αντικατάστασης αυτής με περιοριστικούς όρους.
Ο εκκαλών λόγω της ήττας του πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved