Νομολογία - ποινικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2006 - ÔÅÕ×ÏÓ 40) Αριθμός απόφασης: 349/2006 Τμήμα: Τμήμα Ε΄ (Ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Δ. Κιτρίδης
Τι πρέπει να περιλαμβάνει στην αιτιολογία της η απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο της εφέσεως ως εκπρόθεσμο, καθώς και όταν αμφισβητείται ο τόπος κατοικίας εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο και το άγνωστο της διαμονής του.
Άρθρα: 93 παρ. 3 Συντ., 139, 473 παρ. 1, 510 παρ. 1, στοιχ. Δ΄ ΚΠΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Επειδή η απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο της εφέσεως ως εκπρόθεσμο, για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει το χρόνο επιδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως και εκείνον της ασκήσεως του ενδίκου μέσου, καθώς και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση. Σε περίπτωση όμως που με το ένδικο μέσο αμφισβητείται ο τόπος κατοικίας εκείνου που ασκεί το ένδικο μέσο και το άγνωστο της διαμονής του ως και η εντεύθεν αδυναμία γνώσεως της επιδόσεως, πρέπει επίσης να διαλαμβάνεται στην απόφαση σχετική αιτιολογία, άλλως ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ του Κ.Π.Δ. λόγος αναιρέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που την εξέδωσε, απέρριψε ως εκπρόθεσμη την από 9-4-2003 έφεση της αναιρεσείουσας κατά της υπ' αριθμ. 72700/1996 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία εκείνη είχε καταδικασθεί για παράβαση του άρθρου 79 του ν. 5960/1933, αφού δέχθηκε ότι η εκκαλούμενη απόφαση επιδόθηκε νόμιμα στην εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα στην τελευταία γνωστή διαμονή της επί της οδού Χ αριθμ. 3 του δήμου Π. την 26-5-1997, όπως προκύπτει από το ταυτόχρονο αποδεικτικό επιδόσεως του αστυνομικού υπαλλήλου Β.Μ., ενώ η έφεση ασκήθηκε την 9-4-2003, δηλαδή μετά την πάροδο της οριζόμενης στο άρθρο 473 παρ. 1 του Κ.Π.Δ. προθεσμίας. Από την παραδεκτή όμως επισκόπηση του από 26-5-1997 αποδεικτικού επιδόσεως του αστυφύλακα Β.Μ. και του δικογράφου της εφέσεως προκύπτει, ότι η επίδοση της πρωτόδικης αποφάσεως έγινε στην αρμόδια για την παραλαβή των εγγράφων ορισθείσα υπάλληλο του δήμου Π. Α.Σ., αφού η αναιρεσείουσα ήταν άγνωστης διαμονής και ότι εκείνη με την έφεσή της είχε ισχυρισθεί ότι ήταν γνωστής διαμονής και για το λόγο αυτόν δεν έλαβε γνώση της επιδόσεως και έτσι δεν μπόρεσε να ασκήσει εμπρόθεσμα την έφεσή της. Εν όψει αυτών η προσβαλλόμενη απόφαση, που δεν αντιμετωπίζει τους ως άνω ισχυρισμούς της αναιρεσείουσας, ούτε αναφέρει ότι έλαβε υπόψη την κατάθεση του εξετασθέντος στο ακροατήριό του μάρτυρα, δεν περιέχει την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και γι' αυτό πρέπει να γίνει δεκτός ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ του Κ.Π.Δ. σχετικός λόγος της κρινόμενης εφέσεως. Μετά ταύτα πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο (άρθρο 519 Κ.Π.Δ.), αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως, προκειμένου να ερευνηθεί και να κριθεί αν η έφεση ασκήθηκε παραδεκτά και σε καταφατική περίπτωση να παύσει οριστικά η ποινική δίωξη, λόγω παραγραφής, δεδομένου ότι ο Άρειος Πάγος δεν μπορεί να αποφανθεί περί του παραδεκτού ή όχι του εν λόγω ενδίκου μέσου της έφεσης.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved