Νομολογία - ποινικά

(ΜΑΙΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2007 - ÔÅÕ×ÏÓ 43) Αριθμός απόφασης: 1925/2006 Τμήμα: ΣΤ΄ (Ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Β. Λυκούδης
Αιτιολογία απόφασης που απορρίπτει αίτημα αναβολής. Απόρριψη έφεσης ως ανυποστήρικτης. αρνητική υπέρβαση εξουσίας.
Άρθρα: 501 παρ. 1, 510 παρ. 1 περ. Δ΄ και Η΄ ΚΠοινΔ, 93 παρ. 3 Συντ., 139 ΚΠοινΔ, 349 ΚΠοινΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ι. Κατά το άρθρο 501 παρ. 1 ΚΠοινΔ, αν κατά τη συζήτηση της υποθέσεως δεν εμφανισθεί ο εκκαλών αυτοπροσώπως ή διά συνηγόρου, όπου τούτο επιτρέπεται, η έφεση απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη, υπό την προϋπόθεση ότι ο εκκαλών κλητεύθηκε νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τα άρθρα 500 εδ. γ΄ και 166 ΚΠΔ. Η απόφαση που απορρίπτει την έφεση ως ανυποστήρικτη μπορεί να προσβληθεί μόνο με αναίρεση.
Εξάλλου, η απαιτούμενη κατά το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 περ. Δ΄ του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, εκτείνεται σε όλες χωρίς εξαίρεση τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες, ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου που τις εξέδωσε. Έτσι η απορριπτική της αιτήσεως του κατηγορουμένου, για αναβολή της δίκης λόγω σημαντικών αιτιών, κατά το άρθρο 349 του ΚΠοινΔ, παρεμπίπτουσα απόφαση του δικαστηρίου πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα, έστω και αν η παραδοχή ή η απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου. Στην περίπτωση δε κατά την οποία απορριφθεί αναιτιολόγητα το αίτημα αναβολής, ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως, η δε στη συνέχεια απόρριψη της εφέσεως του εκκαλούντος κατηγορουμένου που κλητεύθηκε εμπρόθεσμα, ως ανυποστήρικτης, ιδρύει τον από του άρθρο 510 στοιχ. Η΄ λόγο αναίρεσης με τη μορφή της αρνητικής υπέρβασης εξουσίας.
Στην προκείμενη περίπτωση, προκύπτει από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης … απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Βέροιας, που δίκασε κατ' έφεση, και τα ενσωματωμένα σ' αυτήν πρακτικά, ότι ο εκκαλών κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων, κατά την έναρξη της συζητήσεως της ασκηθείσης εφέσεώς του κατά της … αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Βέροιας, με την οποία είχε καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης δύο ετών και χρηματική ποινή ενός εκατομμυρίου δραχμών για κατ' εξακολούθηση παραβάσεις του άρθρου 69 του ν. 5960/1933 (έκδοση ακαλύπτων επιταγών, πράξεις, οι οποίες τελέστηκαν κατά το έτος 1995), η οποία μετατράπηκε προς 1.500 δραχμές ημερησίως, δεν εμφανίσθηκε αυτοπροσώπως. Αντί τούτου εμφανίσθηκε, κατ' εντολή του, ο κουνιάδος του Ι.Α., ο οποίος ανήγγειλε στο Δικαστήριο ότι ο αναιρεσείων ήταν άρρωστος και ότι εισήχθη στο Νοσοκομείο, ζήτησε δε την αναβολή της δίκης. Προς τούτο προσκόμισε την από 27-1-2005 γνωμάτευση του Γ.Ν.Ν. Σερρών, η οποία και αναγνώσθηκε, ενώ ο ίδιος ο Ι.Α. εξετάσθηκε ενόρκως, ως μάρτυρας. Το πιο πάνω δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε το αίτημα του αναιρεσείοντος για την αναβολή της δίκης και στη συνέχεια την έφεση αυτού ως ανυποστήρικτη.
Ως αιτιολογία της απορρίψεως του πιο πάνω αιτήματος διέλαβε η προσβαλλομένη τα εξής: «Κατά το άρθρο 349 παρ. 1 ΚΠοινΔ το Δικαστήριο μετά από πρόταση του εισαγγελέα ή αίτηση κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως μπορεί να διατάξει την αναβολή της δίκης για σημαντικά αίτια που προσδιορίζονται ειδικά με την απόφαση. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν προέκυψε κατά την κρίση του Δικαστηρίου σημαντικό αίτιο που να δικαιολογεί την αναβολή της δίκης γι' αυτό το σχετικό αίτημα πρέπει να απορριφθεί».
Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο, δεν διέλαβε στην πιο πάνω απορριπτική του αιτήματος αναβολής παρεμπίπτουσα απόφασή του την κατά τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού δεν εκτίθενται σ' αυτήν τα στοιχεία που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία το δικαστήριο θεμελιώνει την ουσιαστική αβασιμότητα του αιτήματος αναβολής, οι συλλογισμοί με τους οποίους κατέληξε στην κρίση του αυτή, καθώς και οι αποδείξεις που τη στηρίζουν.
Ειδικότερα, δεν γίνεται μνεία της κατάθεσης του πιο πάνω μάρτυρος που εξετάσθηκε στο ακροατήριο, και του εγγράφου που αναγνώσθηκε, δηλαδή της από 27-1-2005 γνωμάτευσης του Γ.Ν.Ν Σερρών, σχετικής με την ασθένειά του που επικαλέσθηκε ο κατηγορούμενος αναιρεσείων ως σημαντικό αίτιο της αιτούμενης αναβολής της δίκης, με συνέπεια να μη προκύπτει με βεβαιότητα ότι τα εν λόγω αποδεικτικά μέσα λήφθηκαν υπόψη. Συνεπώς, είναι βάσιμος ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ του ΚΠοινΔ λόγος της αναίρεσης.
ΙΙ. Στη συνέχεια η προσβαλλόμενη απόφαση έκρινε ότι, σύμφωνα με το αναφερόμενο σε αυτήν αποδεικτικό επίδοσης, ο εκκαλών κλητεύθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως να παραστεί κατά τη συζήτηση και, επομένως, εφόσον δεν εμφανίσθηκε, η έφεσή του πρέπει να απορριφθεί ως ανυποστήρικτη. Με την κρίση του όμως αυτή το Δικαστήριο υπέπεσε στην από το άρθρο 501 παρ. 1 στοιχ. Η΄ του ΚΠοινΔ προβλεπόμενη πλημμέλεια της αρνητικής υπέρβασης εξουσίας και, συνεπώς, είναι βάσιμος ο δεύτερος από τη διάταξη αυτή λόγος της αναίρεσης.
ΙΙΙ. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παρεπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο δικαστήριο (άρθ. 519 ΚΠοινΔ) αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, προκειμένου να ερευνηθεί και να κριθεί αν η έφεση ασκήθηκε παραδεκτώς, δεδομένου ότι ο Άρειος Πάγος δεν μπορεί να αποφανθεί επί του παραδεκτού ή όχι του ενδίκου μέσου της εφέσεως (ΑΠ 925/2005 Πλογ 2005 σελ. 858, ΑΠ 1515/2006 κ.ά.) και σε καταφατική περίπτωση να κριθεί η τυχόν παραγραφή του αξιοποίνου των αποδιδόμενων στον αναιρεσείοντα πράξεων.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved