Νομολογία - πολιτικά

(ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2007 - ÔÅÕ×ÏÓ 41) Αριθμός απόφασης: 1951/2006 Τμήμα: Άρειος Πάγος: Δ' Πολιτικό Τμήμα Πρόεδρος: Α. Κρητικός Εισηγητής: Π. Παρτσιλίβας
Ακύρωση ή λήξη ή αναστολή της ασφαλιστικής σύμβασης. Πότε μπορεί να αντιταχθεί κατά του τρίτου. Πώς γίνεται η γνωστοποίηση από τον ασφαλιστή στον ασφαλισμένο ή στον αντισυμβαλλόμενο.
Άρθρα: 11 παρ. 2 του Ν. 489/1976, 7 παρ. 3 του Ν. 2170/1993 και 167 ΑΚ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η διάταξη του άρθρου 11 παρ. 2 του Ν. 489/1976 ορίζει ότι «η ακύρωση, η λήξη ή η αναστολή της ασφαλιστικής σύμβασης, μπορεί να αντιταχθεί κατά του τρίτου που ζημιώθηκε μόνο αφού το ατύχημα συνέβη μετά πάροδο δεκαέξι ημερών από την εκ μέρους του ασφαλιστή γνωστοποίηση της ακύρωσης ή λήξης ή αναστολής. Η γνωστοποίηση γίνεται στην κατοικία ή διαμονή του ασφαλισμένου ή του αντισυμβαλλομένου με επιστολή του ασφαλιστή προς αυτόν. βλ. και άρθρο 7 παρ. 3 του Ν. 2170/1993)». Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 167 ΑΚ, «η δήλωση της βούλησης έχει νομική ενέργεια μόνο αφότου περιέλθει στο πρόσωπο στο οποίο απαιτείται να απευθυνθεί». Από τις παραπάνω διατάξεις προκύπτει ότι η καταγγελία για τη λύση της σύμβασης ασφαλίσεως είναι μονομερής και ληψιδεής δήλωση της βούλησης του συμβαλλόμενου μέρους. Σύμφωνα με τη θεωρία της παραλαβής ή λήψεως, που δέχεται ο ΑΚ, η δήλωση θεωρείται συντελεσθείσα όχι απλώς από την αποτύπωσή της στον εξωτερικό κόσμο (θεωρία της εκδηλώσεως), ούτε από τη γνώση του περιεχόμενου της εκ μέρους του παραλήπτη, προς τον οποίο απευθύνεται (θεωρία της γνώσεως), αλλά από την παραλαβή της. Ο νομοθέτης, για να εξασφαλίσει την περιέλευσή της στον παραλήπτη, απαιτεί να περιέρχεται σε έγγραφο, χωρίς να είναι κατά νόμο απαραίτητο να είναι «συστημένο» το έγγραφο προς τον παραλήπτη που περιέχει τη γνωστοποίηση της λύσεως της συμβάσεως. Ο τρόπος αυτός κοινοποιήσεως εξασφαλίζει τη δυνατότητα γνώσεως εκ μέρους του παραλήπτη, προς τον οποίο και μόνο παραδίδεται. Η επιλογή από το νόμο του τρόπου αυτού επιδόσεως οφείλεται στη σημαντική έννομη συνέπεια που αναφέρεται στη δυνατότητα προβολής από τον ασφαλιστή κατά του παθόντος τρίτου της λύσεως της συμβάσεως ασφαλίσεως. Συνεπώς, επί συστημένης επιστολής μέσω των Ελληνικών Ταχυδρομείων (ΕΛ.ΤΑ.), δεν αρκεί η εγχείρηση από τον ταχυδρόμο της γραπτής ειδοποίησης στον παραλήπτη ή η ρίψη του ειδοποιητηρίου ή της επιστολής στο γραμματοκιβώτιο του παραλήπτη, αλλά απαιτείται και η παραλαβή της συστημένης επιστολής από τον παραλήπτη αυτοπροσώπως, οπότε εξασφαλίζεται η δυνατότητα γνώσεως εκ μέρους του του περιεχομένου της. Το έγγραφο της ασφαλιστικής εταιρείας μπορεί να επιδοθεί επί αποδείξει και από τον υπάλληλό της που εισπράττει τα ασφάλιστρα ή άλλον υπάλληλό της, πρέπει δε να επιδοθεί στον ίδιο τον παραλήπτη αυτοπροσώπως (ΑΠ 1250/2001 Δνη 43.108).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved