Νομολογία - διοικητικά

(ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2006 - ÔÅÕ×ÏÓ 35) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 1688/2005 Τμήμα: Ολομέλεια Πρόεδρος: Χρ. Γεραρής Εισηγητής: Αικ. Σακελλαροπούλου
Εκτροπή Αχελώου - Έγκριση προγράμματος ανάπτυξης υδατικών πόρων
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Απόσπασμα.
9. Με τη διάταξη του άρθρου 24 παρ. 1Σ το φυσικό περιβάλλον, στοιχείο του οποίου αποτελούν οι υδατικοί πόροι, έχει αναχθεί σε αυτοτελώς προστατευόμενο αγαθό, προκειμένου να εξασφαλισθεί η οικολογική ισορροπία και η διαφύλαξη των φυσικών πόρων προς χάρη και των επόμενων γενεών. Για το σκοπό αυτόν ο συντακτικός νομοθέτης επέβαλε στα όργανα του Κράτους να προβαίνουν σε θετικές ενέργειες για τη διαφύλαξη του προστατευόμενου αγαθού και να λαμβάνουν τα απαιτούμενα νομοθετικά και διοικητικά, προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα, παρεμβαίνοντας στον αναγκαίο βαθμό και στην οικονομική ή άλλη ατομική ή συλλογική δραστηριότητα.
11. Επειδή, από τις διατάξεις του ν. 1739/1987, ερμηνευόμενες και υπό το φως της Οδηγίας 2000/60/ΕΚ, προκύπτει ότι κάθε χρήση των υδάτων υπόκειται στις αρχές και τους περιορισμούς που συνθέτουν τη βιώσιμη διαχείριση των υδατικών πόρων, οι οποίοι αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος, θεμελιώδεις αρχές της βιώσιμης διαχειρίσεως είναι ότι αυτή γίνεται σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού (υδατικά διαμερίσματα του ν. 1739/1987) και ότι κατά τον προγραμματισμό της διαχειρίσεως των υδατικών πόρων λαμβάνεται υπόψη η σχέση ρεόντων και υπογείων υδάτων, η ποσότητα διαθεσίμων αποθεμάτων και η ολοκληρωμένη χρησιμοποίηση των υδάτων, δεδομένης δε της αλληλεξαρτήσεως των υδάτων με τα ποικίλα υδάτινα οικοσυστήματα και τους υγροτόπους, η βιώσιμη διαχείριση πρέπει να περιλαμβάνει και την εκτίμηση και αξιολόγηση της συγκεκριμένης διαχειρίσεως σε σχέση με την ποιότητα και ποσότητα του υδάτινου οικοσυστήματος που αυτή επηρεάζει. Στοιχείο τέλος, της βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων αποτελεί ο προσανατολισμός της ζήτησης στις χρήσεις νερού, στις οποίες αποβλέπουν τα προγράμματα ανάπτυξης της χώρας. Περαιτέρω, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων, η τήρηση της προβλεπόμενης στο άρθρο 4 του ίδιου νόμου διαδικασίας προγραμματισμού της χρήσεως και αναπτύξεως των υδατικών πόρων δεν εξαρτάται από την προηγούμενη έκδοση του προβλεπομένου στην παρ. 9 του ίδιου άρθρου προεδρικού διατάγματος. Τούτο διότι το βασικό περιεχόμενο και η διαδικασία εγκρίσεως των προγραμμάτων ρυθμίζονται ευθέως με το άρθρο αυτό του νόμου, ενώ, σύμφωνα και με το γράμμα της ως άνω εξουσιοδοτικής διατάξεως, με το διάταγμα πρόκειται να ρυθμισθούν μόνον (Μ) σχετικές λεπτομέρειες. Επομένως δεν τυγχάνει εφαρμογής η παρ. 3 της μεταβατικής διατάξεως του άρ. 16 που προβλέπει την εφαρμογή του προγενέστερου καθεστώτος σε περιπτώσεις όπου η έκδοση των σχετικών διαταγμάτων είναι αναγκαία για την εφαρμογή των ρυθμίσεων του νεωτέρου ν. 1739/1987. Άλλωστε, υπό την αντίθετη εκδοχή, η παράλειψη της Διοικήσεως να εκδώσει το προεδρικό αυτό διάταγμα θα είχε ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της τήρησης της θεμελιώδους για τη βιώσιμη διαχείριση των υδάτων διαδικασίας προγραμματισμού και κατ’ ακολουθία την επ’ αόριστον αναβολή της διαδικασίας αυτής, που όμως τείνει σε πλέον αποτελεσματική προστασία στοιχείου του προστατευόμενου από το Σύνταγμα φυσικού περιβάλλοντος (αντίθ. μειοψ.).
14. Επειδή, περαιτέρω, η ανωτέρω μνημονευθείσα διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 1739/1987 προϋποθέτει για την εφαρμογή της την έναρξη διαδικασίας προγραμματισμού ανάπτυξης των υδατικών πόρων και τη διαπίστωση της ανάγκης μεταφοράς ύδατος στο πλαίσιο του συγκεκριμένου προγραμματισμού, οπότε, μετά από συνεκτίμηση των συγκεκριμένων δεδομένων, εκδίδεται σχετική κοινή υπουργική απόφαση. Σε κάθε, πάντως, περίπτωση, η ρύθμιση αυτή δεν μπορεί να αποτελέσει αυτοτελές έρεισμα για ένα τόσο πολύπλοκο εγχείρημα, όπως το επίμαχο έργο περιγράφεται στις προηγούμενες σκέψεις, δεδομένου ότι έργο εθνικής εμβελείας με αυτής της εκτάσεως το εύρος και τις συνέπειες, δεν μπορεί, κατά την έννοια του νόμου, παρά να είναι προϊόν ολοκληρωμένης διαδικασίας προγραμματισμού και όχι να στηρίζεται σε προσωρινά υποκατάστατα της διαδικασίας αυτής για μεταφορά ύδατος από ένα υδατικό διαμέρισμα σε άλλο. Εξάλλου, η ήδη μνημονευθείσα κοινή υπουργική απόφαση για τη μεταφορά ύδατος δεν επικαλείται την έναρξη και μη εισέτι ολοκλήρωση διαδικασίας προγραμματισμού, (αντίθ. μειοψ.).
15. ...Η προσβαλλόμενη πράξη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων για την κατασκευή και λειτουργία των έργων μερικής εκτροπής του άνω ρου του Αχελώου ποταμού προς τη Θεσσαλία δεν εκδόθηκε νομίμως, αφού, σύμφωνα με όσα έχουν ήδη εκτεθεί, δεν προηγήθηκε η έγκριση σχετικού προγράμματος αναπτύξεως υδατικών πόρων κατά τους ορισμούς του άρθρου 4 του ν. 1739/1987, ούτε εξάλλου μπορεί να στηριχθεί στην ανωτέρω μνημονευόμενη κοινή υπουργική απόφαση μεταφοράς ύδατος του άρθρου 10 παρ. 3 του ίδιου νόμου. Επομένως πρέπει η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί για το λόγο αυτό, βασίμως προβαλλόμενο με την κρινόμενη αίτηση.
16. Επειδή, μετά την ακύρωση της πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων πρέπει να ακυρωθεί και η προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία εγκρίθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3028/2002 (Α΄ 153), η συμπληρωματική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων για την κατασκευή και λειτουργία των επίμαχων έργων μερικής εκτροπής του ποταμού Αχελώου από πλευράς αρχαιολογικού νόμου, δεδομένου ότι κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10 του νόμου αυτού η έκδοση της αποφάσεως του Υπουργού Πολιτισμού, με την οποία εγκρίνεται η εκτέλεση έργου επί ή πλησίον αρχαίων, προηγείται πάσης άλλης αδείας για την εκτέλεση του έργου αυτού. Κατόπιν δε της ακυρώσεως αυτής, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση για να κρίνει, εάν αυτή εμμένει στην εκτέλεση του έργου, το οποίο σχεδιάσθηκε αρχικά ως «μεγάλη εκτροπή» (ταμιευτήρες στη Μεσοχώρα, τη Συκιά, την Πύλη και το Μουζάκι και σήραγγα εκτροπής), περιορίσθηκε μετά την πρώτη ακυρωτική απόφαση σε «μερική εκτροπή» (ταμιευτήρες στη Μεσοχώρα και τη Συκιά και σήραγγα εκτροπής), ήδη όμως σε στοιχεία του φακέλου γίνεται λόγος για την κατασκευή και των Ταμιευτήρων Πύλης και Μουζακίου. Η νέα κρίση της Διοικήσεως πρέπει να γίνει ενόψει των νέων νομικών και πραγματικών δεδομένων που ισχύουν για το επίδικο έργο, κατ’ εκτίμηση των υδατικών αναγκών της Θεσσαλίας και της Δυτικής Στερεάς κα της προβλεπομένης μορφής ανάπτυξης των περιοχών αυτών, στο πλαίσιο πάντοτε της βιώσιμης διαχείρισης των υδατικών πόρων.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved