Νομολογία - πολιτικά

(ΣΕΠΤΕΜΕΒΡΙΟΣ - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010 - ÔÅÕ×ÏÓ 63) Αριθμός απόφασης: ΑΠ 9/2010 Τμήμα: Α΄ Τακτική Ολομέλεια Πρόεδρος: Γ. Καλαμίδας Εισηγητής: Χ. Παπαηλιού
Σύστημα της κατά στάδια προσβολής με ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ των επί μέρους πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας που καθιερώνεται με το άρθρο 934 ΚΠολΔ. Ανακοπή που αφορά ακυρότητες των πράξεων της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης για ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων. Χρόνος κατά τον οποίο έλαβαν χώρα οι ακυρότητες και χρόνος άσκησης της ανακοπής. Επιρροή της ακυρότητας μίας προηγούμενης πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης επί της επόμενης πράξης. Τι ισχύει για την επόμενη πράξη, αν παρά την κήρυξη της ακυρότητας μιας προηγούμενης πράξης, προχώρησε η εκτελεστική διαδικασία και δεν προσβλήθηκε εμπροθέσμως αυτοτελώς με ανακοπή και η επόμενη πράξη. Δικαίωμα να ζητήσει αποζημίωση για τη ζημία του έχει εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση από εκείνον που την επέσπευσε. Θεμελίωση του ασκούμενου με την αγωγή δικαιώματος αποζημίωσης.



Άρθρα: 934, 933, 940 παρ. 3 ΚΠολΔ, 914, 919 ΑΚ, 6 ΕΣΔΑ, 20 παρ. 1 Συντάγματος.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Με το άρθρο 934 του ΚΠολΔ καθιερώνεται το σύστημα της κατά στάδια προσβολής με ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, των επί μέρους πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας, η οποία ανακοπή αν αφορά ακυρότητες των πράξεων της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, που έλαβαν χώρα από την πρώτη μετά την επιταγή πράξη και πέρα, που είναι η σύνταξη της έκθεσης κατάσχεσης, πρέπει να ασκείται με ποινή απαραδέκτου μέχρι την τελευταία πράξη που είναι η σύνταξη της έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης. Η ακυρότητα μιας προηγούμενης πράξης αναγκαστικής εκτέλεσης δεν συμπαρασύρει σε ακυρότητα αυτοδικαίως και την επόμενη πράξη, αλλά απαιτείται να προσβληθεί με ανακοπή και αυτή, εφόσον υπάρχει ακόμη η από το άρθρο 934 προθεσμία για την προσβολή της, και κηρυχθεί από το δικαστήριο η ακυρότητά της. Διαφορετικά, παρά την κήρυξη της ακυρότητας μιας προηγούμενης πράξης, που αποτελεί την προϋπόθεσή της, εφόσον προχώρησε η εκτελεστική διαδικασία και δεν προσβλήθηκε εμπροθέσμως αυτοτελώς με ανακοπή και η επόμενη πράξη, η τελευταία ισχυροποιείται και παραμένει απρόσβλητη. Εξάλλου, κατά το άρθρο 940 παρ. 3 του ΚΠολΔ, αν ακυρωθεί αμετάκλητα η αναγκαστική εκτέλεση, εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση έχει δικαίωμα να ζητήσει από εκείνον που την επέσπευσε αποζημίωση για τη ζημία του, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 914 ή 919 του Αστικού Κώδικα. Παρέχεται, δηλαδή, στην περίπτωση αυτή γνήσια ουσιαστικού δικαίου αξίωση αποζημιώσεως στον θιγέντα, στηριζόμενη σε ειδική αδικοπραξία, τα στοιχεία της οποίας ορίζονται σε συνδυασμό με τα άρθρα 914 ή 919 ΑΚ. Αν ακυρωθεί μία μόνο πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης, η αποζημίωση περιορίζεται στη ζημία που τελεί σε αιτιώδη συνάφεια μόνο με την πράξη αυτή. Όμως, κατά την αληθή έννοια της παραπάνω διάταξης του άρθρου 940 παρ. 3 ΚΠολΔ, ερμηνευομένης, και υπό το πρίσμα του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ περί δίκαιης δίκης και παροχής ουσιαστικής έννομης προστασίας, αλλά και του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος, δεν αποκλείεται η έγερση, και πέραν της παρεχόμενης από την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 940 παρ. 3 ΚΠολΔ αξίωσης αποζημιώσεως, αυτοτελούς αγωγής για αποζημίωση εξαιτίας άδικης εκτέλεσης και η παρεμπίπτουσα κρίση κατά τη σχετική τακτική δίκη περί ακυρότητας οποιασδήποτε πράξεως της αναγκαστικής εκτέλεσης, εναντίον της οποίας δεν ασκήθηκε ανακοπή, προκειμένου να θεμελιωθεί το ασκούμενο με την αγωγή δικαίωμα αποζημιώσεως του καθ' ου η εκτέλεση (πρβλ. Ολ. ΑΠ 49/2005).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved