Νομολογία - ποινικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010 - ÔÅÕ×ÏÓ 64) Αριθμός απόφασης: 210/2010 Τμήμα: ΑΠ Τμήμα Ζ΄(ποιν.) Πρόεδρος: - Εισηγητής: Ι. Παπαδόπουλος
Ψευδής καταμήνυση, ψευδής ανώμοτη κατάθεση, ψευδορκία μάρτυρα. Δυσφήμηση, αναστολή δίκης για απόδειξη αλήθειας γεγονότος για το οποίο έχει ασκηθεί ποινική δίωξη. Μη ιδιαίτερη αιτιολογία για την ύπαρξη του δόλου, εκτός αν πρόκειται για άμεσο δόλο («εν γνώσει») ή για σκοπό τέλεσης.
Άρθρα: 229 παρ. 1, 225 παρ. 1, 224 παρ. 2, 362-365, 366 παρ. 2 ΠΚ, 510 παρ. 1, στοιχ. Δ΄ ΚΠοινΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 229 παρ. 1 του ΠΚ, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της από το άρθρο 1 παρ. 6 του Ν. 3327/2005, όποιος εν γνώσει καταμηνύει άλλον ψευδώς ή αναφέρει γι' αυτόν ενώπιον της αρχής ότι τέλεσε αξιόποινη πράξη ή πειθαρχική παράβαση με σκοπό να προκαλέσει την καταδίωξή του γι΄ αυτήν, τιμωρείται με φυλάκιση. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της ψευδούς καταμηνύσεως απαιτείται: α) η πράξη που αποδίδεται σε ένα ή περισσότερα συγκεκριμένα πρόσωπα να είναι αξιόποινη ή πειθαρχικώς κολάσιμη και ψευδής, β) ο υπαίτιος να γνώριζε την αναλήθειά της και γ) να απέβλεπε με αυτήν στο να κινηθεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη εναντίον εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία του ψευδομηνυτή. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 225 παρ. 1α του ΠΚ, όπως ίσχυε πριν αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ. 2 του Ν. 3327/2005, με φυλάκιση το πολύ δύο ετών τιμωρείται όποιος, όταν εξετάζεται χωρίς όρκο ως διάδικος ή μάρτυρας από αρχή αρμόδια να ενεργεί τέτοια εξέταση, εν γνώσει του καταθέτει ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης απαιτείται: α) ο διάδικος ή ο μάρτυρας να καταθέσει χωρίς όρκο ενώπιον αρχής που είναι αρμόδια για την εξέτασή του, β) τα πραγματικά περιστατικά τα οποία κατέθεσε να είναι ψευδή και γ) να υφίσταται άμεσος δόλος του που συνίσταται στη γνώση αυτού ότι αυτά που κατέθεσε είναι ψευδή ή ότι έχει γνώση των αληθινών, αλλά σκοπίμως τα αποκρύπτει ή αρνείται να τα καταθέσει. Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 224 παρ. 2 του ΠΚ, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάσταση της παρ. 1 αυτού από το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3327/2005, με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέμματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα απαιτείται: α) ο μάρτυρας να καταθέσει ενόρκως ενώπιον αρχής, η οποία είναι αρμόδια για την εξέτασή του, β) τα πραγματικά περιστατικά τα οποία κατέθεσε να είναι ψευδή και γ) να υφίσταται άμεσος δόλος του, που συνίσταται στη γνώση αυτού ότι αυτά που κατέθεσε είναι ψευδή ή ότι έχει γνώση των αληθινών, αλλά σκοπίμως τα αποκρύπτει ή αρνείται να τα καταθέσει. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 366 παρ. 2 του ΠΚ, αν στις περιπτώσεις των άρθρων 362, 363, 364 και 365 το γεγονός που ισχυρίστηκε ή διέδωσε ο υπαίτιος είναι πράξη αξιόποινη για την οποία ασκήθηκε δικαστική δίωξη, αναστέλλεται η δίκη για δυσφήμηση έως το τέλος της ποινικής δίωξης, θεωρείται αποδεδειγμένο ότι το γεγονός που αφορά η δυσφήμηση είναι αληθινό αν η απόφαση είναι καταδικαστική και ψευδές αν η απόφαση είναι αθωωτική και στηρίζεται στο ότι δεν αποδείχτηκε ότι το πρόσωπο που είχε δυσφημηθεί, τέλεσε την αξιόποινη πράξη. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι στην περίπτωση της αμετάκλητης αθώωσης του δυσφημηθέντος (είτε με απαλλακτικό βούλευμα είτε με αθωωτική απόφαση), παράγεται νόμιμο αμάχητο τεκμήριο για την αναλήθεια των γεγονότων τα οποία συνιστούν το περιεχόμενο της πράξεως της συκοφαντικής δυσφημήσεως, έτσι ώστε να είναι ανεπίτρεπτη η επάνοδος και εκ νέου έρευνα της ουσιαστικής βασιμότητας των ίδιων γεγονότων. Η ανωτέρω όμως διάταξη και το θεσπιζόμενο με αυτήν τεκμήριο αναλήθειας, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής σε άλλα εγκλήματα, όπως αυτό της ψευδούς καταμηνύσεως για το ψευδές της καταμηνυθείσης πράξεως ή αυτό της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης και της ψευδορκίας μάρτυρα για το ψευδές των κατατεθέντων περιστατικών. Αν παρά ταύτα το δικαστήριο εφαρμόσει το ανωτέρω τεκμήριο για να καταλήξει στην ενοχή του κατηγορουμένου για τα εγκλήματα αυτά, υποπίπτει αφενός στην πλημμέλεια της εσφαλμένης εφαρμογής της ανωτέρω ουσιαστικής ποινικής διατάξεως του άρθρου 366 παρ. 2 του ΠΚ και αφετέρου στην πλημμέλεια της έλλειψης αιτολογίας, αφού δεν ερευνά και δεν αναφέρει τα περιστατικά από τα οποία προκύπτει η συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων των εν λόγω εγκλημάτων και έτσι ιδρύονται οι σχετικοί λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ και Ε΄ του ΚΠΔ. Αν όμως το δικαστήριο, εκτός από την επίκληση της εφαρμογής του ως άνω τεκμηρίου αναλήθειας, ερευνήσει και δεχτεί περιστατικά πέρα από το απαλλακτικό βούλευμα ή την αθωωτική απόφαση, τα οποία στηρίζουν αιτιολογημένα τη συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων των εγκλημάτων αυτών, δεν ιδρύονται οι ανωτέρω λόγοι αναιρέσεως, αφού η ενοχή δεν στηρίχτηκε στο τεκμήριο αναλήθειας, το οποίο έτσι δεν επέδρασε στην κρίση του δικαστηρίου. Στην ανωτέρω βέβαια περίπτωση, για να έχει η καταδικαστική απόφαση την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει τα ως άνω περιστατικά να αναφέρονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά και, επίσης, να αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ΄ αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Όταν, όμως, για το αξιόποινο της πράξεως απαιτούνται, εκτός από τα περιστατικά που απαρτίζουν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και ορισμένα πρόσθετα στοιχεία, όπως η γνώση ορισμένου περιστατικού ή σκοπός επελεύσεως ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος, η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στη γνώση αυτή και στον πρόσθετο σκοπό, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τόσο τη γνώση όσο και το σκοπό, διαφορετικά η απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης κατά την ανωτέρω έννοια, αιτιολογίας.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved