Νομολογία - πολιτικά

(ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2006 - ÔÅÕ×ÏÓ 39) Αριθμός απόφασης: 1593/2006 Τμήμα: Δ΄ Τμήμα Πρόεδρος: Α. Κρητικός Εισηγητής: Α. Κυριτσάκης
Δίκη της απαλλοτρίωσης. Δυνατότητα οποιουδήποτε από τους διαδίκους να ζητήσει πέρα από τον καθορισμό της προσωρινής τιμής μονάδας και να αναγνωρισθεί δικαιούχος της αποζημίωσης, καθώς και τον ορισμό της οφειλόμενης δικαστικής δαπάνης, με την ίδια απόφαση του αρμοδίου δικαστηρίου. Η ενιαία εκδίκαση των περισσοτέρων αυτών θεμάτων προϋποθέτει ότι τα αιτήματα αυτά θα τεθούν ενώπιον του Εφετείου που δικάζει κατά τη διαδικασία του ν. 2882/2001 κατά τρόπο παραδεκτό σύμφωνα με τους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες.
26, 18 και 20 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ν. 2882/2001), 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., 17 παρ. 1, 2 και 4, 28 του Συντάγματος, 321 και 322 εδ. β΄ ΚΠολΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Από τη διάταξη του άρθρου 26 του Κώδικα Αναγκαστικών Απαλλοτριώσεων Ακινήτων (ν. 2882/2001) προκύπτει, ότι οποιοσδήποτε από τους διαδίκους στη δίκη της απαλλοτρίωσης έχει τη δυνατότητα να ζητήσει, πέρα από τον καθορισμό της προσωρινής τιμής μονάδας αποζημίωσης, και να αναγνωρισθεί δικαιούχος της αποζημίωσης με την ίδια απόφαση του αρμοδίου προς τούτο Μονομελούς Πρωτοδικείου, που δικάζει κατά τη διαδικασία του άρθρου 18 του ίδιου νόμου. Εξ άλλου από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. της Συμβάσεως της Ρώμης, που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974, και έχει κατά το άρθρο 28 του Συντάγματος αυξημένη έναντι των κοινών νόμων ισχύ, με το οποίο ορίζεται, ότι κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο δικαιούται σεβασμού της περιουσίας του, προκύπτει, ότι η εφαρμογή κάθε μέτρου που συνιστά επέμβαση στο δικαίωμα του φυσικού ή νομικού προσώπου για σεβασμό της περιουσίας του, οφείλει να γίνεται με την τήρηση
«δίκαιης και εύλογης ισορροπίας», μεταξύ των απαιτήσεων του γενικού συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου και της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ιδιωτών, και την εναρμονισμένη με τον παραπάνω κανόνα αρχή, που διέπει τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Έτσι, οι δυσμενείς για τον καθ’ ου η απαλλοτρίωση συνέπειες της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης πρέπει να εκτιμώνται συνολικά στο πλαίσιο ενιαίας διαδικασίας! και υπό την άποψη αυτή κρίθηκε ανίσχυρη, ως προσκρούουσα, τόσο στη διάταξη του άρθρου 17§§ 1, 2 και 4 του Συντάγματος, όσο και στην προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., η προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 20 του ίδιου νόμου 2882/2001 ρύθμιση, του περιορισμού της αρμοδιότητας του Εφετείου στη δίκη για τον καθορισμό της οριστικής αποζημίωσης, αποκλειστικά και μόνο στον προσδιορισμό της τιμής μονάδας αποζημίωσης (ΟλΑΠ 10/2004, 11/2004). Επομένως, στην περίπτωση που το Εφετείο δικάζει κατά τη διαδικασία του πιο πάνω νόμου (2882/2001), προκειμένου να καθορίσει την οριστική τιμή μονάδας του απαλλοτριούμενου ακινήτου, είναι, επί πλέον, αρμόδιο να εξετάσει ενιαίως, πέρα από τον εν λόγω καθορισμό της αποζημίωσης, α) την αναγνώριση των δικαιούχων αυτής, β) την ύπαρξη ή όχι της ωφέλειας του ιδιοκτήτη, που αποκτά, με την απαλλοτρίωση, «πρόσωπο» σε διανοιγόμενη εθνική οδό, και γ) το αίτημα περί ορισμού της οφειλόμενης δικαστικής δαπάνης (ΟλΑΠ 10/2004 και 11/2004, ό.π.).

Η επιβαλλόμενη, όμως, ενιαία εκδίκαση των περισσοτέρων αυτών θεμάτων προϋποθέτει, αναγκαίως, ότι τα εν λόγω αιτήματα θα υποβληθούν ενώπιον του Εφετείου κατά τρόπο παραδεκτό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στους ισχύοντες δικονομικούς κανόνες και δεν θα υπάρχει δέσμευση από τις δικονομικές διατάξεις περί εκκρεμοδικίας ή και δεδικασμένου, που ισχύουν για το κράτος μέλος. Και τούτο διότι το Ε.Δ.Δ.Α. δεν υποκαθιστά τον εθνικό νομοθέτη στη θέσπιση του εφαρμοστέου δικονομικού συστήματος, αλλά μόνον ελέγχει, με τα προβλεπόμενα μέσα, αν οι κανόνες αυτοί ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της κοινοτικής έννομης τάξης. Συνεπώς, στην περίπτωση σώρευσης αιτήματος αναγνώρισης των δικαιούχων αποζημίωσης, ενώ είχε προηγηθεί απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου, το οποίο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία του προσωρινού προσδιορισμού, είχε κρίνει παραδεκτή την εκεί σωρευθείσα αίτηση καθορισμού προσωρινής τιμής αποζημίωσης και αναγνώρισης δικαιούχων αυτής, αλλά απέσχε να εκδώσει απόφαση για την αναγνώριση δικαιούχων στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 26 παρ. 3 του ν. 2882/2001, το Εφετείο, επιλαμβανόμενο της αιτήσεως του οριστικού προσδιορισμού, δεσμεύεται να επιληφθεί του σχετικού αιτήματος αναγνώρισης δικαιούχων της αποζημίωσης, εν όψει του ότι η απόφαση περί αποχής του Μονομελούς Πρωτοδικείου δεν προσβάλλεται με ένδικα μέσα (άρθρο 26 παράγραφος 12 του ν. 2882/2001), διατηρεί κατά το σημείο τούτο την ισχύ της και δημιουργεί, εντεύθεν, δεδικασμένο ως προς το δικονομικό ζήτημα που με αυτή κρίθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 321 και 322 εδ. β΄ ΚΠολΔ, οι οποίες εφαρμόζονται κατά τη διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 εδ. β΄ του ΚΠολΔ του ν. 2882/2001 και κατά την προκειμένη ειδική διαδικασία. Το δικονομικό αυτό ζήτημα, που διατυπώνεται με οριστική διάταξη, δημιουργεί δεδικασμένο και εμποδίζει την άσκηση της ίδιας αίτησης με το αυτό δικονομικό ζήτημα ενώπιον του Εφετείου, δικάζοντος κατά την ίδια ειδική διαδικασία.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved