Νομολογία - πολιτικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2010 - ÔÅÕ×ÏÓ 64) Αριθμός απόφασης: 1496/2010 Τμήμα: ΑΠ Τμήμα Β1’ (πολιτικό) Πρόεδρος: Η. Γιαννακάκης Εισηγητής: Α. Δουλγεράκης
Αριθμός απόφασης: Πρόεδρος: Εισηγητής: Στοιχεία που πρέπει να έχει η αγωγή για να είναι ορισμένη. Ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής. Διατάξεις βάσει των οποίων ελέγχεται. Συμφωνία που εξαρτά την αμοιβή του Δικηγόρου ή το είδος αυτής από την έκβαση της δίκης ή του αποτελέσματος ή από οποιαδήποτε άλλη αίρεση. Τι ισχύει σε περίπτωση ανάκλησης της εντολής κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας. Προϋπόθεση υπό την οποία ο Δικηγόρος δικαιούται αμοιβής, όταν η εντολή ανακληθεί αδικαιολόγητα. Τι απαιτείται για το παραδεκτό της συγκεκριμένης αγωγής του Δικηγόρου.
Άρθρα: 216 παρ. 1, 118, 117, 111 παρ. 2, 559 αριθμ. 8 και 14 ΚΠολΔ, 92 παρ. 3 και 5 Κώδικα περί Δικηγόρων, 73 ΕισΝΚΠολΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 ΚΠολΔ, η αγωγή, εκτός από τα στοιχεία που ορίζονται στα άρθρα 118 ή 117, πρέπει να περιέχει α) σαφή έκθεση των γεγονότων που την θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκησή της από τον ενάγοντα κατά του εναγομένου, β) ακριβή περιγραφή του αντικειμένου της διαφοράς και γ) ορισμένο αίτημα. Η ποσοτική ή ποιοτική αοριστία της αγωγής, η αναγόμενη στην παράθεση στο δικόγραφο αυτής των περιστατικών τα οποία συγκεκρι-μενοποιούν την ασκούμενη αξίωση και το προβαλλόμενο αίτημα με βάση αυτά, ώστε αυτό να είναι, ως λογικό επακόλουθο αυτών, σαφές, ελέγχεται, αντίστοιχα, ως παράβαση με βάση τους, από το άρθρο 559 αριθμ. 8 και 14 ΚΠολΔ, λόγους αναιρέσεως. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 92 παρ. 3 του Κώδικα περί Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954), επιτρέπεται συμφωνία που εξαρτά την αμοιβή ή το είδος αυτής από την έκβαση της δίκης ή του αποτελέσματος ή από οποιαδήποτε άλλη αίρεση, κατά δε τη διάταξη της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου, η συμφωνία που εξαρτά την αμοιβή από την έκβαση της δίκης, τότε μόνον ισχύει, όταν ο δικηγόρος ανέλαβε την υποχρέωση να διεξαγάγει τη δίκη μέχρι τελεσιδικίας, χωρίς, σε περίπτωση αποτυχίας, να λάβει κάποια αμοιβή. Σε περίπτωση που ο εντολέας ανακαλέσει την εντολή κατά τη διάρκεια της εκκρεμοδικίας, πριν δηλαδή από την έκδοση τελεσίδικης απόφασης ή την εξωδικαστική συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς ή τη διεκπεραίωση της εργασίας, εφαρμόζονται όσα στο άρθρο 170 του πιο πάνω Κώδικα ορίζονται, δηλαδή αν η ανάκληση της εντολής είναι αδικαιολόγητη, ο εντολέας υποχρεούται να καταβάλει στο δικηγόρο τη συμφωνημένη αμοιβή του, αν δε αυτή είναι δικαιολογημένη, αλλά από λόγους που δεν παρέχουν δικαίωμα άσκησης αγωγής κατά το άρθρο 73 ΕισΝΚΠολΔ, έχει υποχρέωση να καταβάλει στο δικηγόρο τις δαπάνες που αυτός έχει πραγματοποιήσει προς εκτέλεση της εντολής και μέχρι την ανάκληση αυτής, καθώς και την, υπολογιζόμενη σύμφωνα με τον ίδιο Κώδικα, αμοιβή αυτού για τις μέχρι τότε ενέργειές του. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται ότι σε περίπτωση εργολαβίας δίκης, στην οποία υπάρχει συμφωνία περί αμοιβής, αν η εντολή προς το δικηγόρο ανακληθεί αδικαιολόγητα, ο τελευταίος δικαιούται τη συμφωνημένη αμοιβή, υπό την προϋπόθεση ότι, αν δεν μεσολαβούσε η ανάκληση της εντολής, θα διεξήγε επιτυχώς τη δίκη στην οποία αφορούσε η εντολή, με βεβαία κατάληξη την έκδοση ευνοϊκής για τον εντολέα του τελεσίδικης απόφασης. Για το ορισμένο και κατά συνέπεια το παραδεκτό της συγκεκριμένης αγωγής, απαιτείται, κατά τους ορισμούς και την έννοια του άρθρου 170 του ίδιου Κώδικα Δικηγόρων, σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 112 παρ. 2, 118 παρ. 4 και 216 ΚΠολΔ, να αναφέρεται σαφώς στο δικόγραφο αυτής, εκτός των άλλων, και το ακριβές αντικείμενο της διαφοράς, δηλαδή να αναφέρονται τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά με βάση τα οποία προκύπτει το ύψος της οφειλόμενης και δικαιούμενης αμοιβής με βάση τη σύμβαση εργολαβίας. Διαφορετικά, η αγωγή είναι απαράδεκτη λόγω αοριστίας, η οποία δεν θεραπεύεται ούτε με τις προτάσεις, ούτε με παραπομπή στο περιεχόμενο άλλων εγγράφων, ούτε από την εκτίμηση των αποδείξεων, ούτε με τις προτάσεις ενώπιον του Εφετείου, όταν διαπιστωθεί δε από το Δικαστήριο, υποχρεώνει τούτο στην απόρριψή της για το λόγο αυτό άλλως υποπίπτει στην παράβαση του από το άρθρο 559, αριθμός 14 ΚΠολΔ, λόγου αναιρέσεως.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved