Νομολογία - ποινικά

(ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2009 - ÔÅÕ×ÏÓ 55) Αριθμός απόφασης: 1988/2008 Τμήμα: ΣΤ΄ (Ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Α. Τσόλιας
Άσκηση αναίρεσης από συνήγορο, επιτρέπεται μόνο για καταδικαστικές αποφάσεις, απόφαση με την οποία απορρίπτεται η έφεση ως απαράδεκτη δεν είναι καταδικαστική.
Άρθρο: 465 παρ. 1 ΚΠοινΔ.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΣΚΕΠΤΙΚΟ
Επειδή, κατά το άρθρο 465 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ο διάδικος μπορεί να ασκήσει το ένδικο μέσο, που του ανήκει, είτε αυτοπροσώπως, είτε με αντιπρόσωπο, που έχει προς τούτο εντολή, η δε σχετική έγγραφη εξουσιοδότηση ή επικυρωμένο αντίγραφό της προσαρτάται στην αίτηση ασκήσεως του ένδικου μέσου. Κατά την παράγραφο 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, το ένδικο μέσο κατά της καταδικαστικής απόφασης, που παρέχεται σ’ εκείνον που καταδικάστηκε, μπορεί να ασκηθεί για λογαριασμό του και από τον συνήγορό του, που είχε παραστεί κατά τη συζήτηση. Από την τελευταία αυτή διάταξη προκύπτει ότι η δυνατότητα ασκήσεως αναιρέσεως για λογαριασμό του καταδικασθέντος από τον παραστάντα στη συζήτηση συνήγορο παρέχεται μόνο σε καταδικαστική απόφαση. Καταδικαστική είναι η απόφαση, με την οποία κηρύσσεται ένοχος ο κατηγορούμενος και επιβάλλεται σ’ αυτόν ποινή στερητική της ελευθερίας ή χρηματική ποινή. Επομένως, η απόφαση, με την οποία απορρίπτεται η έφεση ως απαράδεκτη δεν είναι καταδικαστική, αφού το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την … απόφασή του, απέρριψε ως απαράδεκτη, λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεως, την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της … αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων για παρεμπόδιση αποτροπής κοινού κινδύνου κ.λ.π. σε συνολική ποινή φυλακίσεως 13 μηνών και 15 ημερών. Κατά τη διάρκεια της εκδικάσεως της υποθέσεως ο κατηγορούμενος–εκκαλών και ήδη αναιρεσείων εκπροσωπήθηκε από τον δικηγόρο του Α.Κ., η δε απόφαση καταχωρίστηκε καθαρογραφημένη στο ειδικό βιβλίο του Εφετείου Αθηνών. Κατά της αποφάσεως αυτής ο ως άνω δικηγόρος άσκησε την κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, με την ιδιότητα του παραστάντος συνηγόρου του, κατά τη συζήτηση της παραπάνω υποθέσεως και ως εντολοδόχος του. Όμως, ενόψει των όσων αναφέρονται στην μείζονα σκέψη, ο παραστάς συνήγορος, Α.Κ., κατά την ως άνω δίκη, που εκδόθηκε η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, δεν μπορούσε να ασκήσει την κρινόμενη αναίρεση, διότι η απορρίψασα, τότε, την έφεση ως απαράδεκτη απόφαση δεν ήταν καταδικαστική. Ενόψει όλων αυτών, η αίτηση αναιρέσεως απαραδέκτως ασκήθηκε και πρέπει να απορριφθεί και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρα 465, 476 παρ. 1, 513 παρ. 1α και 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved