Νομολογία - πολιτικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2004 - ÔÅÕ×ÏÓ 28) Αριθμός απόφασης: 1165/2004 Τμήμα: Άρειος Πάγος: Ζ΄ Πολιτικό Τμήμα Πρόεδρος: Α. Κρητικός Εισηγητής: Στ. Γαβράς
-
Άρθρα: 1441, 147, 1388, 58 ΑΚ, 761 ΚΠολΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Στο συναινετικό διαζύγιο (ΑΚ 1441), αν υπάρχουν είτε ακυρότητες, είτε ελαττώματα της βουλήσεως, η επίκλησή τους μπορεί να γίνει στα πλαίσια της δίκης διαζυγίου με τα επιτρεπόμενα ένδικα μέσα. Επομένως, αν υπάρχει λόγος ακυρότητας στη συναίνεση του συζύγου ή λόγος ακυρωσίας (λόγου χάριν αν απατήθηκε από τον άλλο σύζυγο ως προς το σκοπό για τον οποίο δόθηκε η συναίνεση), έχει ο σύζυγος αυτός έννομο συμφέρον να ασκήσει έφεση (άρθρο 761 ΚΠολΔ) και να ζητήσει την εξαφάνιση της πρωτόδικης απόφασης για τη λύση του γάμου. Λόγο εφέσεως αποτελεί το ότι, ενώ για τη λύση του γάμου κατά το άρθρο 1441 ΑΚ απαιτείται ώριμη, ανενδοίαστη και ανεπηρέαστη βούληση προσώπου ικανού να προβεί στην απαιτούμενη γι’ αυτό δήλωση, η δική του βούληση δεν πληρούσε αυτούς τους όρους και συνεπώς η λύση του γάμου δεν αποτελούσε περιεχόμενό της. Αν το ελάττωμα οφείλεται σε απάτη (άρθρο 147 ΑΚ), ως τέτοια νοείται κάθε συμπεριφορά, με την οποία ενσυνειδήτως και εκ προθέσεως δημιουργείται ή ενδυναμώνεται σε άλλον κάποια πεπλανημένη παράσταση, προς το σκοπό επηρεασμού της αποφάσεως αυτού, δύναται δε αυτή να συνίσταται είτε στην παράσταση ψευδών περιστατικών αναφερομένων στο παρόν, το παρελθόν ή και στο μέλλον, ως αληθών, είτε στην απόκρυψη ή την αποσιώπηση των αληθινών (ΑΠ 26/2000). Εξάλλου, κατ’ άρθρο 1388 ΑΚ, με το γάμο δεν μεταβάλλεται το επώνυμο των συζύγων, ως προς τις έννομες σχέσεις τους. Στις κοινωνικές σχέσεις ο κάθε σύζυγος μπορεί, εφόσον σ’ αυτό συμφωνεί και ο άλλος, να χρησιμοποιεί το επώνυμο του τελευταίου ή να το προσθέτει στο δικό του. Η διάταξη αυτή αποτελεί κανόνα αναγκαστικού δικαίου και οι σύζυγοι δεν δύνανται εγκύρως να ρυθμίσουν άλλως το θέμα του επωνύμου. Συνεπώς, δεν δύνανται να συμφωνήσουν ότι ο σύζυγος αποκτά και για τις έννομες σχέσεις το επώνυμο του άλλου συζύγου. Κατ’ αρχήν η συμφωνία των συζύγων για τη χρήση από ένα εξ αυτών του επωνύμου του άλλου στις κοινωνικές σχέσεις ισχύει διαρκούντος του γάμου και μέχρι την αμετάκλητη λύση του. Δεν αποκλείεται όμως σύναψη νέας συμφωνίας για το μετά την τελευταία διάστημα. Εξάλλου, το αμετάβλητο του επωνύμου των συζύγων στις έννομες αυτών σχέσεις κατά την ΑΚ 1388 και συνεπώς η αδυναμία διάφορης μεταξύ των συζύγων συμφωνίας είναι ευνόητο ότι ισχύει και μετά το διαζύγιο. Δηλαδή, όπως διαρκούντος του γάμου για τις έννομες σχέσεις δεν επιτρέπεται συμφωνία των συζύγων ρυθμίζουσα άλλως το ζήτημα, το ίδιο ισχύει και για το μετά το διαζύγιο διάστημα. Έννομες σχέσεις είναι αυτές που διέπονται από το δίκαιο και συνήθως αποτυπώνονται σε έγγραφα, τα οποία εκφράζουν μία πράξη δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου ή δηλώνουν απλώς μια έννομη κατάσταση. Αντίθετα, κοινωνικές σχέσεις (και άρα μη έννομες) είναι εκείνες για τις οποίες το δίκαιο αδιαφορεί, δηλαδή δεν τις υποβάλλει σε οποιαδήποτε ρύθμιση, δεν τις υπάγει σε κανόνες δικαίου. Σ’ αυτή την περίπτωση η χρήση του επωνύμου του άλλου συζύγου είναι επιτρεπόμενη χρήση ξένου ονόματος και άρα δεν συνιστά προσβολή αυτού (ΑΚ 58), όπως θα συνέβαινε χωρίς την ΑΚ 1388 παρ. 2, ενόψει της ΑΚ 1388 παρ. 1. Προϋπόθεση είναι η συναίνεση του άλλου συζύγου (φορέα του ονόματος), που μπορεί να παρασχεθεί και σιωπηρά. Οι επαγγελματικές σχέσεις, εφόσον δεν αναπτύσσονται σε κοινωνικές σχέσεις, υπάγονται στις έννομες, διότι προϋποθέτουν ή σε κάποιο στάδιο συνεπάγονται νομικές ρυθμίσεις.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved