Νομολογία - πολιτικά

(ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2012 - ÔÅÕ×ÏÓ 73) Αριθμός απόφασης: AΠ 455/2012 Τμήμα: B1΄ Πολιτικό Τμήμα Πρόεδρος: H. Γιαννακάκης Εισηγητής: Β. Κριτσωτάκη
Έννοια της σύμβασης πρακτορείας και διάκρισή της από τη σύμβαση παραγγελίας. Ζήτημα αναλογικής εφαρμογής του άρθρου 9 π.δ. 219/1991 για την αποζημίωση πελατείας του εμπορικού αντιπροσώπου και στον εμπορικό πράκτορα.
Άρθρο: 9 π.δ. 219/1991
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
[…] (Κ)ατά το άρθρο 2 του Διατάγματος για την αρμοδιότητα των εμποροδικείων, εμπορική πράξη, εκτός των άλλων, είναι και η επιχείρηση πρακτορείας. Εξ αιτίας της ελλείψεως νομοθετικής προβλέψεως γίνεται δεκτό, ότι σύμβαση πρακτορείας θεωρείται η ανάληψη με αντάλλαγμα υποχρεώσεως παροχής στο κοινό ιδιωτικών υπηρεσιών ποικίλης φύσεως. Πράκτορες, με την ανωτέρω έννοια, είναι και οι πράκτορες ταξιδιών, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο πράκτορας, ο οποίος κρατεί θέσεις για θαλάσσιο ταξίδι και εκδίδει το εισιτήριο με καταβολή του αντίστοιχου τιμήματος. Η νομική φύση της εσωτερικής σχέσεως της ως άνω ειδικότερης συμβάσεως πρακτορείας, δηλαδή της σχέσεως που συνδέει τον θαλάσσιο μεταφορέα και τον πράκτορα, είναι, ενόψει των άρθρων 91 ΕμπΝ και 3 του ΕισΝΑΚ, αυτής της εντολής και οι διατάξεις του ΑΚ που ρυθμίζουν την εντολή, διέπουν τις σχέσεις των προσώπων αυτών. Η σύμβαση πρακτορείας συνιστά ειδικότερη μορφή της συμβάσεως εμπορικής παραγγελίας, επί της οποίας, το πρόσωπο, που ενεργεί κατ' επιχείρηση (παραγγελιοδόχος), αναλαμβάνει να συνάψει με αμοιβή συγκεκριμένη (άλλη σύμβαση) ιδίω ονόματι, αλλά για λογαριασμό του αντισυμβαλλομένου του (παραγγελέα). Κριτήριο της διακρίσεως μεταξύ της συμβάσεως παραγγελίας και της συμβάσεως πρακτορείας αποτελεί το αν ο ενδιαμέσως συναλλασσόμενος ενεργεί στο όνομά του ή στο όνομα του παραγγελέα. Τούτο, διότι ο παραγγελιοδόχος, δικαιοπρακτώντας προς τα έξω με το όνομά του, αλλά για λογαριασμό του παραγγελέα του, διακρίνεται από τον εμπορικό αντιπρόσωπο, τον μεσίτη και τον πράκτορα, που αποτελούν μόνο διαμεσολαβούντα βοηθητικά πρόσωπα του εμπορίου, τα οποία δεσμεύουν ευθέως αυτόν που αντιπροσωπεύουν με τον εντολέα τους.
Σε περίπτωση διαρκούς πρακτορείας, ήτοι, όταν η υποχρέωση του πράκτορα είναι η παροχή προς το κοινό υπηρεσιών κατά τρόπο συνεχή ή επαναλαμβανόμενο, η πρακτορεία ομοιάζει με την εμπορική αντιπροσωπεία, χωρίς, όμως, να ταυτίζεται πλήρως με αυτή. Στην περίπτωση αυτή, λόγω της ελλιπούς νομοθετικής ρυθμίσεως της σύμβασης πρακτορείας υφίσταται ακούσιο (γνήσιο) νομοθετικό κενό, και συνεπώς, εφόσον συντρέχουν και τα λοιπά περιστατικά, που καθιστούν αναγκαία την προστασία του πράκτορα, είναι δυνατή η ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 219/1991 και στη σύμβαση πρακτορείας. Σύμφωνα με τα παραπάνω, ο πράκτορας δεν έχει αξίωση αποζημίωσης πελατείας σε κάθε περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης πρακτορείας, αφού, όπως αναφέρθηκε, η ανάλογη εφαρμογή στη σύμβαση πρακτορείας των διατάξεων για τον εμπορικό αντιπρόσωπο αποτελεί την εξαίρεση. Είναι, όμως, δυνατή η ανάλογη εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 9 του π.δ. 219/1991, περί αποζημίωσης πελατείας στη σύμβαση πρακτορείας σε περιπτώσεις, που η συγκεκριμένη συμβατική σχέση δημιούργησε εξάρτηση του πράκτορα από την επιχείρηση του εντολέα και εφόσον προώθησε τις υποθέσεις του τελευταίου με την προσέλκυση νέων πελατών, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι ο εντολέας διατηρεί και μετά τη λύση της σύμβασης ουσιαστικά οφέλη από την προώθηση αυτή, κάτι το οποίο, όμως, δεν είναι αυτονόητο σε κάθε περίπτωση πρακτορείας. Κρίσιμα περιστατικά αποτελούν, μεταξύ άλλων, η υποχρέωση του πράκτορα να προωθεί, κατά τη διάρκεια της σύμβασης, τις υπηρεσίες του εντολέα, η υποχρέωση διαρκούς πληροφόρησης του τελευταίου και μετά τη λήξη της σύμβασης, η υποχρέωση μη ανταγωνισμού και η υποχρέωση μεταβίβασης πελατείας. Επομένως, σε συνέπεια με τις νομικές αυτές παραδοχές της κρατούσης νομολογιακώς απόψεως, παρά το γεγονός ότι π.δ. 219/1991 αναφέρεται σε εμπορικό αντιπρόσωπο εμπορευμάτων, δεν αποκλείεται σε επίπεδο εθνικού δικαίου, η ανάλογη αυτού εφαρμογή και στις συμβάσεις εμπορικής αντιπροσωπείας παροχής υπηρεσιών (Αντίθ. ΑΠ 1121/2010 επί ταχυδρομικής πρακτορείας), εφόσον υφίσταται ακούσιο νομοθετικό καινό, το οποίο ήδη καλύφθηκε με τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του ν. 3557/2007, κατά τους ορισμούς της οποίας «οι διατάξεις του π.δ. 219/1991, όπως ισχύει, εφαρμόζονται αναλόγως στις συμβάσεις αντιπροσωπείας που αφορούν παροχή υπηρεσιών και στις αποκλειστικές διανομές», όπως δε αναφέρεται στην επί της διατάξεως αυτής περικοπή της αιτιολογικής του νόμου εκθέσεως, με την προτεινόμενη ρύθμιση επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων του π.δ. 219/1991 στις συμβάσεις αντιπροσωπείας που αφορούν παροχή υπηρεσιών και στις συμβάσεις αποκλειστικής διανομής ενόψει και των δεδομένων της νομολογίας του Αρείου Πάγου. Περί του επίμαχου θέματος της δυνατότητας αναλογικής εφαρμογής, σε επίπεδο εθνικού δικαίου, του π.δ. 219/1991 και σε άλλες διαρκείς συμβάσεις διαμεσολαβήσεως στο εμπόριο, αποφάνθηκε η c-85/2003 απόφαση του ΔΕΚ, η οποία, απαντώντας σε σχετικά προδικαστικά ερωτήματα του Πρωτοδικείου Αθηνών, διέλαβε [ότι η σύμβαση αποκλειστικής διανομής· σημ. διευθ. επιμ. ύλης] δεν περιλαμβάνεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 86/653.
[Παραπέμπει στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου το ζήτημα του επιτρεπτού ή μη της αναλογικής εφαρμογής του π.δ. 219/1991 επί της συνδέουσας τους διαδίκους συμβάσεως διαρκούς πρακτορείας· σημ. διεύθ. επιμ. ύλης]

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved