Νομολογία - ποινικά

(ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2009 - ÔÅÕ×ÏÓ 58) Αριθμός απόφασης: 930/2009 Τμήμα: Άρειος Πάγος: Τμήμα Ζ’ Ποινικό Τμήμα Πρόεδρος: - Εισηγητής: Κ. Φράγκος
Απάτη. Στοιχεία εγκλήματος. Πλαστο-γραφία. Στοιχεία εγκλήματος. Αληθινή συρροή απάτης - πλαστογραφίας. Η απόπειρα απάτης και η χρήση πλαστού με σκοπό περιποιήσεως οφέλους, όταν τα ψευδή γεγονότα ταυτίζονται, συρρέουν φαινομενικά και η πρώτη απορροφάται από τη δεύτερη. Έγκλημα κατ΄ εξακολούθηση.
Άρθρα: 386, 216, 42, 98 ΠΚ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατά το άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ, όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απάτης απαιτούνται: α) σκοπός του δράστη να περιποιήσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο περιουσιακό όφελος, χωρίς να είναι αναγκαία και η πραγμάτωση του οφέλους αυτού, β) η εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων ως αληθινών ή η αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων, από την οποία, ως παράγωγη αιτία, παραπλανήθηκε κάποιος να προβεί σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή, και προέβη στην επιζήμια για τον ίδιο ή άλλον συμπεριφορά και επέρχεται ζημία στην περιουσία του παραπλανηθέντος ή τρίτου, γ) βλάβη ξένης, κατά το αστικό δίκαιο, περιουσίας, η οποία να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με τις παραπλανητικές ενέργειες ή παραλείψεις του δράστη και η οποία υπάρχει και σε περίπτωση μειώσεως ή χειροτερεύσεως της περιουσίας του παθόντος, έστω και αν αυτός έχει ενεργό αξίωση προς αποκατάστασή της. Ως γεγονότα νοούνται τα πραγματικά περιστατικά που αναφέρονται στο παρελθόν ή στο παρόν και όχι εκείνα που πρόκειται να συμβούν, δηλαδή ανάγονται στο μέλλον, όπως είναι οι απλές υποσχέσεις ή συμβατικές υποχρεώσεις. Όταν όμως οι τελευταίες συνοδεύονται ταυτόχρονα με ψευδείς διαβεβαιώσεις και παραστάσεις άλλων ψευδών γεγονότων που αναφέρο-νται στο παρόν ή το παρελθόν, κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργούν την εντύπωση της μελλοντικής εκπληρώσεως με βάση την εμφανιζόμενη ήδη στο παρόν ψευδή κατάσταση πραγμάτων από το δράστη που έχει ειλημμένη την πρόθεση να μην εκπληρώσει την υποχρέωσή του, τότε θεμελιώνεται το έγκλημα της απάτης.
Εξάλλου, κατά το άρθρο 216 παρ.1, 2 του ΠΚ, όπως ισχύει, «1. Όποιος καταρτίζει πλαστό έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση...., 2. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο». Από τις διατάξεις αυτές, που αποβλέπουν στην προστασία της ασφάλειας και της ακεραιότητας των εγγράφων συναλλαγών, προκύπτει ότι για τη συγκρότηση της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήμα-τος της πλαστογραφίας, απαιτείται η εξ υπαρχής κατάρτιση εγγράφου (κατασκευή) από τον αυτουργό, που το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή νόθευση γνησίου εγγράφου, υποκειμενικά δε απαιτείται δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση και θέληση παραγωγής των περιστατικών, τα οποία θεμελιώνουν την πράξη της πλαστογραφίας, συγχρόνως όμως και σκοπός του υπαιτίου όπως με τη χρήση του πλαστού εγγράφου ή του εγγράφου που νοθεύτηκε παραπλανηθεί άλλος για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στην παραγωγή, μεταβολή, μεταβίβαση ή κατάργηση δικαιώματος ή έννομης σχέσης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης, αδιάφορου όντος αν ο σκοπός αυτός επιτεύχθηκε. Ως έγγραφο δε κατά την έννοια του νόμου είναι κατ΄ άρθρο 13 εδ. γ΄ του ΠΚ κάθε γραπτό που προορίζεται ή είναι πρόσφορο να αποδείξει γεγονός που έχει έννομη σημασία και κάθε σημείο που προορίζεται ν΄ αποδείξει τέτοιο γεγονός.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 42, 216 και 386 του ΠΚ σαφώς προκύπτει ότι οι πράξεις της πλαστο-γραφίας μετά χρήσεως και της απάτης συρρέουν αληθώς (πραγματικά) μεταξύ τους και καμιά απ΄ αυτές δεν απορροφάται από την άλλη, διότι εκάστη τούτων είναι αυτοτελής, στοιχειοθετουμένη από ιδιαίτερα περιστατικά και μη αποτελούσα η μία συστατικό στοιχείο της άλλης ή επιβαρυντική περίσταση, ούτε και αναγκαίο μέσο διαπράξεως αυτής. Η απόπειρα όμως της απάτης και η χρήση πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου, με σκοπό περιποιήσεως οφέλους (άρθρο 216 παρ. 3 ΠΚ), όταν τα για την απάτη παρασταθέντα ψευδή γεγονότα ως αληθή ταυτίζονται προς τα συγκροτούντα τη χρήση του πλαστού εγγράφου, όχι δε και όταν συντρέχουν και άλλες ψευδείς παραστάσεις που δεν ταυτίζονται προς τις αποτελούσες μόνο τη χρήση του πλαστού εγγράφου, δεν είναι αυτοτελή εγκλήματα και η απόπειρα απάτης απορροφάται από τη χρήση πλαστού εγγράφου (ΑΠ 663/2004). Περαιτέρω, από τη διάταξη του άρθρου 98 του ΠΚ προκύπτει ότι κατ΄ εξακο-λούθηση έγκλημα είναι εκείνο το οποίο τελείται από το ίδιο πρόσωπο και απαρτίζεται από περισσότερες ομοειδείς πράξεις, διακρινόμενες χρονικά μεταξύ τους, που προσβάλλουν το ίδιο έννομο αγαθό και κάθε μία περιέχει πλήρη τα στοιχεία ενός και του αυτού εγκλήματος, συνδέονται δε μεταξύ τους με την ταυτότητα της προς εκτέλεση αποφάσεως. Έτσι, επί απάτης κατά το άρθρο 386 του ΠΚ, τότε μόνο θα υπάρχουν περισσότερες πράξεις, που αν συνδέονται και με την ταυτότητα της αποφάσεως προς τέλεσή τους, θα αποτελούν κατ΄ εξακολούθηση τέλεση αυτής, αν κάθε επιζήμια για τον παθόντα πράξη είναι αποτέλεσμα χωριστής πλάνης του εξαπατηθέντος, που προκλήθηκε από χωριστή απατηλή συμπεριφορά του κατηγορουμένου. Αντίθετα, τελείται μία πράξη απάτης, όταν γίνονται ψευδείς παραστάσεις που επαναλαμβάνονται, μέχρις ότου καλλιερ-γηθεί στο εξαπατηθέν πρόσωπο η επιδιωκόμενη πλάνη, εξαιτίας δε της άπαξ επελθούσης πλάνης ο εξαπατώμενος προβαίνει σε περισσότερες και σε διαφορετικούς χρόνους (διαδοχικές) επιζήμιες πράξεις (ΑΠ 840/2007).

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved