Νομολογία - διοικητικά

(IΑΝΟΥΑΡΙΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2008 - ÔÅÕ×ÏÓ 47) Αριθμός απόφασης: 2293/2007 Τμήμα: ΣτΕ Τμ. Ε΄ Πρόεδρος: Αγγ. Θεοφιλοπούλου Εισηγητής: Αθ. Ράντος
Δεν είναι συνταγματικώς έγκυρη η παρασχεθείσα με την ως άνω διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004 δυνατότητα επανασκήσεως αμετακλήτως απορριφθέντων λόγω μη καταβολής παράβολου ενδίκων βοηθημάτων. Στην κρίση της εν λόγω διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004 ως αντίθετης προς το Σύνταγμα είχε το πρώτον προβεί η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, ως διοικητικός σχηματισμός, με το υπ' αριθ. 4/2004 πρακτικό του Δικαστηρίου σε Ολομέλεια και Συμβούλιο, κατά την εξέταση ζητημάτων ερμηνείας των τότε προσφάτων ρυθμίσεων των παραγράφων 8 έως 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004. Εν όψει της διατυπώσεως του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, που ορίζει ότι δεν συντρέχει υποχρέωση παραπομπής όταν το ζήτημα «έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της ολομέλειας», δεν υπάρχει η ως άνω υποχρέωση, δεδομένου ότι επί του ζητήματος αυτού έχει, πάντως, γνωμοδοτήσει ήδη σχηματισμός της Ολομελείας του Δικαστηρίου, και μάλιστα με πλήρη σύνθεση, η δε σχετική κρίση του δεσμεύει, από την άποψη αυτή, τον παρόντα σχηματισμό (Αντίθ. Μειοψ. - παραπομπή στην Ολομέλεια).
Άρθρα 36 παρ. 1, 14 παρ. 2 περ. β π. δ/τοσ 18/1989, 22 παρ. 8 και 10 ν. 3226/2004, 4, 26, 87, 100 παρ. 5 Σ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
[…] Επειδή, κατά τα παγίως κριθέντα, δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή, ως παραβιάζουσα τις διατάξεις του Συντάγματος περί διακρίσεως των λειτουργιών (άρθρο 26), ισότητος (άρθρο 4) και δικαστικής ανεξαρτησίας (άρθρο 87) η θέσπιση νομοθετικής διατάξεως, με την οποία επιτρέπεται η εκ νέου άσκηση ενδίκων μέσων, τα οποία είχαν απορριφθή ως απαράδεκτα λόγω μη πληρώσεως δικονομικής προϋποθέσεως, εφ' όσον πάντως δεν μεταβάλλεται το νομοθετικό καθεστώς, επί του οποίου είχε στηριχθεί η απόρριψη (βλ. ΣτΕ Ολομ. 2000/1992 κ.ά.). Εφ' όσον δε, στην προκειμένη περίπτωση, δεν μεταβάλλεται, κατά το εν προκειμένω κρίσιμο σημείο του, το νομοθετικό καθεστώς που προβλέπει την απόρριψη του ενδίκου μέσου λόγω μη καταβολής του κατά νόμο παράβολου, δεν είναι συνταγματικώς έγκυρη η παρασχεθείσα με την ως άνω διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004 δυνατότητα επανασκήσεως αμετακλήτως απορριφθέντων λόγω μη καταβολής παράβολου ενδίκων βοηθημάτων.
Επειδή, στην κρίση της εν λόγω διατάξεως του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004 ως αντίθετης προς το Σύνταγμα είχε το πρώτον προβεί η Ολομέλεια του Δικαστηρίου, ως διοικητικός σχηματισμός, με το υπ' αριθ. 4/2004 πρακτικό του Δικαστηρίου σε Ολομέλεια και Συμβούλιο, κατά την εξέταση ζητημάτων ερμηνείας των τότε προσφάτων ρυθμίσεων των παραγράφων
8 έως 10 του άρθρου 22 του ν. 3226/2004. Δεδομένου δε ότι η κατά την προηγουμένη σκέψη απόρριψη της κρινομένης αιτήσεως στηρίζεται στην κρίση της ως άνω διατάξεως τυπικού νόμου ως αντισυνταγματικής, ανακύπτει, εν όψει των γενομένων δεκτών με το ανωτέρω πρακτικό της Ολομελείας, το ζήτημα εάν, κατά την έννοια του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, υπάρχει ή όχι, στην περίπτωση αυτή, υποχρέωση παραπομπής στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου του ζητήματος της συνταγματικότητος της εν λόγω διατάξεως. Κατά την άποψη που εκράτησε στο Τμήμα, εν όψει της διατυπώσεως του άρθρου 100 παρ. 5 του Συντάγματος, που ορίζει ότι δεν συντρέχει υποχρέωση παραπομπής όταν το ζήτημα «έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της ολομέλειας», δεν υπάρχει η ως άνω υποχρέωση, δεδομένου ότι επί του ζητήματος αυτού έχει, πάντως, γνωμοδοτήσει ήδη σχηματισμός της Ολομελείας του Δικαστηρίου, και μάλιστα με πλήρη σύνθεση, η δε σχετική κρίση του δεσμεύει, από την άποψη αυτή, τον παρόντα σχηματισμό (Αντίθ. Μειοψ.).
6. Επειδή, το εκτεθέν στην προηγουμένη σκέψη ζήτημα, αναγόμενο στην ερμηνεία συνταγματικής διατάξεως, εμφανίζει μείζονα σπουδαιότητα. Κατόπιν τούτου, το Τμήμα κρίνει ότι η υπόθεση πρέπει, κατά το άρθρο 14 παρ. 2 περ. β΄ του π.
δ/τος 18/1989, να παραπεμφθεί προς εκδίκαση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved