Νομολογία - διοικητικά

(ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2012 - ÔÅÕ×ÏÓ 72) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 601/2012 Τμήμα: Ολομέλεια Πρόεδρος: Π. Πικραμμένος, Πρόεδρος ΣτΕ Εισηγητής: . Νίκα, Σύμβουλος
Συνταγματικότητα της αύξησης παραβόλου σε φορολογικές και τελωνειακές διαφορές
Άρθρα: 20 παρ. 1 Σ, 1 και 45 παρ. 1, 2 ν. 3900/2010, 65 παρ. 7 ν. 3994/2011, 277 ΚΔΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
υ διασφαλίζει για όλα τα πρόσωπα το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, καθώς και το άρθρο 6 της κυρωθείσης με το ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α΄ 256) Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, που επίσης κατοχυρώνει το δικαίωμα παροχής εννόμου προστασίας υπό τη διατύπωση της «δίκαιης δίκης», δεν αποκλείουν στον κοινό νομοθέτη να θεσπίζει δικονομικές προϋποθέσεις και γενικότερα διατυπώσεις για την πρόοδο της δίκης, αρκεί αυτές να συνάπτονται προς τη λειτουργία των δικαστηρίων και την ανάγκη απο-τελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης και, περαιτέρω, να μην υπερβαίνουν τα όρια εκείνα, πέραν των οποίων επάγονται την άμεση ή έμμεση κατάλυση του προστατευομένου από τις ανωτέρω διατάξεις ατομικού δικαιώματος παροχής έννομης δικαστικής προστασίας (ΣτΕ 3087/2011 Ολ.,1583/2010 Ολ., 3470/2007 Ολ., 647/2004 Ολ.). Εξάλλου, η υποχρέωση καταβολής παραβόλου, ως προϋπόθεση του παραδεκτού ενδίκου βοηθήματος ή μέσου ιδιώτου, αποβλέπει στην αποτροπή της ασκήσεως απερισκέπτων και αστηρίκτων ενδίκων βοηθημάτων και μέσων, χάριν της εύρυθμης λειτουργίας των δικαστηρίων και της αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης, γι' αυτό και η τύχη του (κατάπτωση, διπλασιασμός ή απόδοση στον καταβάλλοντα) συναρτάται με την έκβαση και τις εν γένει περιστάσεις της δίκης (πρβλ. ΣτΕ 1583/2010 Ολ., 3470/2009 Ολ., 1852/2009 Ολ., 647/2004 Ολ.).
Με την παράγραφο 1 του άρθρου 45 του ν. 3900/2010, που αντικατέστησε, μεταξύ άλλων, την παράγραφο 2 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, εισήχθη νέα πάγια ρύθμιση ως προς το ύψος του παραβόλου που απαιτείται για το παραδεκτό των ασκουμένων ενδίκων βοηθημάτων και μέσων. Το ανακαθορισθέν ποσό των εκατό (100) ευρώ, που πρέπει να καταβληθεί για την προσφυγή μέχρι την πρώτη συζήτηση της υποθέσεως, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 1 του ιδίου άρθρου 277 του ΚΔΔ, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 22 παρ. 7 του ν. 3226/2004, δεν είναι κατά κοινή πείρα τέτοιου ύψους ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι παρεμποδίζει το δικαίωμα της προσφεύγουσας και εν γένει του διοικουμένου να προσφύγει ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων. Ως εκ τούτου και λαμβανομένου υπόψη ότι, αν δεν προσκομισθεί το σχετικό αποδεικτικό ως την πρώτη συζήτηση, ακολουθείται η διαδικασία του άρθρου 139Α, που παρέχει στον διάδικο την ευχέρεια, ενημερωμένος σχετικά, να καταβάλει το ελλείπον παράβολο, ώστε να μην απορριφθεί το ένδικο βοήθημά του ως απαράδεκτο, η υποχρέωση καταβολής του ως άνω ποσού παραβόλου δεν αντίκειται στα περί παροχής δικαστικής προστασίας άρθρα 20 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ ούτε στην αρχή της αναλογικότητας. Εξάλλου, εν όψει του ως άνω ύψους παραβόλου, ούτε η μεταβατική ρύθμιση του άρθρου 45 παρ. 2 του ν. 3900/2010, καθ' ο μέρος προβλέπει την καταβολή του εν λόγω παραβόλου για όλες τις προσφυγές, οι οποίες, ανεξαρτήτως του χρόνου ασκήσεώς τους, συζητούνται υπό την ισχύ του νόμου αυτού, θίγει το δικαίωμα του διαδίκου προς παροχή έννομης προστασίας, διότι το δικαίωμα αυτό δεν αποκλείει κατ΄ αρχήν στο νομοθέτη τη μεταβολή, επί τη βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, των όρων εκδικάσεως των ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων και, συγκεκριμένα να επιβάλει την καταβολή προσθέτου παραβόλου ως προϋπόθεση του παραδεκτού του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, δοθέντος, άλλωστε, ότι και στις υποθέσεις που ήσαν εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του ν. 3900/2010 και εισάγονται προς συζήτηση υπό την ισχύ του, αν δεν προσκομισθεί αποδεικτικό καταβολής παραβόλου μέχρι την πρώτη συζήτηση του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, το ένδικο βοήθημα ή μέσο δεν απορρίπτεται άνευ ετέρου ως απαράδεκτο, αλλά κατά την έννοια της ως άνω μεταβατικής διατάξεως της παρ. 2 του άρθρου 45 του ν. 3900/2010 και δη του δευτέρου εδαφίου της, ερμηνευομένης σε συνδυασμό προς την παγία διάταξη της παρ.1 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως αυτή έχει αντικατασταθεί με το άρθρο 22 παρ. 7 του ν. 3226/2004, εφαρμόζονται τα προβλεπόμενα στο άρθρο 139Α του εν λόγω Κώδικα.
Εν όψει των ανωτέρω, η κρινομένη προσφυγή, για την άσκηση της οποίας, όπως προαναφέρθηκε, έχει καταβληθεί παράβολο 4,40 ευρώ, υπόκειται στο παράβολο των εκατό (100) ευρώ της παραγράφου 2 του άρθρου 277 του ΚΔΔ, το οποίο δεν προκύπτει ότι έχει καταβληθεί. Όμως, δοθέντος ότι η συζήτηση της προσφυγής αυτής ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας εχώρησε κατά τη διαδικασία του άρθρου 1 παρ.1 του ν. 3900/2010, προκειμένου να κριθεί ειδικώς το ζήτημα της συνταγματικότητος του άρθρου 45 παρ. 2 του ν. 3900/2010, ως προς την υποχρέωση καταβολής αυξημένου παραβόλου σε εκκρεμείς κατά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού διαφορές, το Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να δοθεί η δυνατότητα στην προσφεύγουσα να συμπληρώσει το παράβολο των 4,40 ευρώ που κατέβαλε κατά την κατάθεση της κρινομένης προσφυγής της έως την πρώτη συζήτηση αυτής ενώπιον του αρμοδίου, ως κατωτέρω, διοικητικού δικαστηρίου.
(Παραπέμπει την υπό κρίση προσφυγή στο Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς)

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved