Νομολογία - διοικητικά

(ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ-ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2016 - ÔÅÕ×ÏÓ 87) Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 2297/2015 Τμήμα: Τμήμα Β' Πρόεδρος: Ε. Γαληνού, Αντιπρόεδρος Εισηγητής: Ειρ. Σταυρουλάκη, Πάρεδρος
Νόμιμη η κατάσχεση κινητής περιουσίας και τραπεζικών λογαριασμών, θυρίδων για μη απόδοση ΦΠΑ.
Νομικές διατάξεις: Άρθρο 14 του ν. 2523/1997.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της 771/2011 αποφάσεως του Προέδρου του Τμήματος ΙΔ΄ του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απερρίφθη προσφυγή των ήδη αναιρεσειόντων κατά της …/11.3.2011 πράξεως του Προϊσταμένου του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, με την οποία ελήφθησαν σε βάρος της αναιρεσείουσας εταιρείας και του αναιρεσείοντος, ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνοντος Συμβούλου αυτής, τα κατ’ άρθρο 14 του ν. 2523/1997 διασφαλιστικά των συμφερόντων του Δημοσίου μέτρα λόγω μη αποδόσεως φόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) 407.028 ευρώ.


Oι αναιρεσείοντες προέβαλαν ενώπιον του δικαστηρίου της ουσίας ότι τα επίδικα μέτρα, συνιστάμενα, όπως αναφέρεται στην προσφυγή, σε «συλλήβδην συντηρητική κατάσχεση της κινητής περιουσίας της [αναιρεσείουσας] και ιδίως των τραπεζικών της λογαριασμών», αντίκεινται στην αρχή της αναλογικότητας. Ειδικότερα, στην προσφυγή παρατέθηκαν, βάσει ισολογισμών, ισοζυγίων λογιστικής και σχετικών εκθέσεων οικονομικών ελεγκτών των ετών 2007 - 2011, η αξία συγκεκριμένων περιουσιακών της στοιχείων (ρευστοποιήσιμης περιουσίας-αποθεμάτων εμπορευμάτων, κτιρίων, εξοπλισμού, επίπλων, μέσων μεταφοράς) και το ύψος των οικονομικών υποχρεώσεων αυτής (προς τράπεζες, προμηθευτές, δανειστές, ασφαλιστικούς οργανισμούς και φορολογικές αρχές αλλά και λειτουργικών εξόδων της) και προβλήθηκε ότι το γενικό σύνολο ενεργητικού της εταιρείας, το κεφάλαιο, τα χρηματικά της διαθέσιμα και η αξία των ακινήτων της ίδιας και του αναιρεσείοντος ανέρχονται σε 4.307.067, 880.000, 126.525, 1.848.595 (1.608.187 + 240.408) και 3.376.442 ευρώ, αντιστοίχως, ότι τα δηλούμενα από τον αναιρεσείοντα εισοδήματα υπολείπονται της διασφαλιζομένης με τα επίδικα μέτρα απαιτήσεως του Δημοσίου, ότι συνεπεία αυτών ο τελευταίος αδυνατεί να μεταβιβάσει ακίνητά του, τα περισσότερα από τα οποία είναι υποθηκευμένα, και να καταβάλει μηνιαία διατροφή για τα τέκνα του, ότι αποκλείεται από τραπεζικές συναλλαγές και επιδοτήσεις και ότι διέκοψε τη λειτουργία συγκεκριμένου υποκαταστήματος της επιχειρήσεώς του. Εν όψει των ανωτέρω προβλήθηκε, τέλος, ότι «με μόνη τη δέσμευση της ακίνητης περιουσίας της [αναιρεσείουσας] και την υποθετική εκπλειστηρίαση κάποιων περιουσιακών της στοιχείων διασφαλίζεται πλήρως το συμφέρον του Δημοσίου, ενώ η επιβολή των [επιδίκων] μέτρων επί του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων και των τραπεζικών της λογαριασμών με τη δέσμευση του 50% των χρηματικών της διαθεσίμων λειτουργεί συνθλιπτικά για τη ρευστότητα, τη λειτουργία και τη φήμη της». Με την αναιρεσιβαλλομένη ο λόγος αυτός απερρίφθη με την αιτιολογία ότι «τα επίδικα μέτρα δεν είναι δυσανάλογα προς τον συνιστάμενο στη διατήρηση των περιουσιακών στοιχείων του παραβάτη σκοπό τους, δεδομένου και του προσκαίρου των εν λόγω μέτρων αλλά και των κατά νόμο διαδικασιών άρσεώς τους». Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι μη νομίμως «η αναιρεσιβαλλομένη δεν επεξεργάσθηκε στο ελάχιστο τα στοιχεία της δικογραφίας που αφορούν στην εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, ως προσηκόντως προβλήθηκαν» και επαναλαμβάνονται οι κατά τα προεκτεθέντα πρωτοδίκως προβληθέντες ισχυρισμοί. Υπό τα δεδομένα, όμως, αυτά οι αναιρεσείοντες ουδόλως έθεσαν υπ’ όψιν των δικαστηρίων της ουσίας πραγματικά περιστατικά σε σχέση με τις εν προκειμένω συντρέχουσες ειδικότερες προϋποθέσεις επιβολής των κατ’ άρθρο 14 του ν. 2523/1997 μέτρων, και δη, όπως απαιτείται κατά τα εκτεθέντα στην προηγουμένη σκέψη, ως προς το σύνολο και το ύψος των δεσμευθεισών με την επίδικη πράξη της φορολογικής αρχής καταθέσεών τους, οπότε και μόνον θα μπορούσε να διακριβωθεί εάν η επιβολή των ως άνω μέτρων, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις, έχει οδηγήσει στη δέσμευση περιουσιακών στοιχείων τους προδήλως δυσαναλόγου ύψους σε σχέση με το ύψος των αποδοθεισών σε αυτούς φορολογικών παραβάσεων (ΣτΕ 1372/2014, 399/2015), η δε τυχόν σοβαρή οικονομική τους βλάβη, αυτοτελώς ορώμενη, δεν ασκεί επιρροή στη νομιμότητα των ως άνω μέτρων. Επομένως, ο αντίστοιχος λόγος προσφυγής, ως αόριστος από την ως άνω άποψη, δεν ήταν, πάντως, ουσιώδης, και, ως εκ τούτου, δεν έχρηζε ειδικής αντιμετωπίσεως με την αναιρεσιβαλλομένη (ΣτΕ 2858/2012, 4946/1987 - πρβλ. ΣτΕ 347/2012 7μ.), ορθώς δε απερρίφθη με αυτήν, αν και με άλλη αιτιολογία, απορριπτομένων ως αβασίμων των περί του αντιθέτου προβαλλομένων.
(Απορρίπτει την αίτηση αναίρεσης)

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved