(ΣΕΠΤΕΜΕΒΡΙΟΣ - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2010 - ÔÅÕ×ÏÓ 63)
Αριθμός απόφασης: ΣτΕ 1899/2009
Τμήμα: Τμ. Β΄
Πρόεδρος: Φ. Στεργιόπουλος, Αντιπρόεδρος
Εισηγητής: Αικ. Συγγούνα, Σύμβουλος
Όταν ανατίθεται σε κατ' επάγγελμα εργολάβο η κατασκευή της πολυκατοικίας έναντι αντιπαροχής και μεταβιβάζονται στον τελευταίο, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, ποσοστά εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου των συνιδιοκτητών, δεν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις και δεν επιβάλλεται φόρος διανομής στα κτίσματα που, έναντι αντιπαροχής, περιέρχονται στους συνιδιοκτήτες, εφόσον αυτά είναι υποχρεωμένος να τα κατασκευάσει και να τα παραδώσει αποπερατωμένα ο εργολάβος βάσει του σχετικού εργολαβικού συμβολαίου. Όταν στο οικόπεδο δε για το οποίο συνάπτεται η σύμβαση αντιπαροχής περιλαμβάνεται προϋπάρχον κτίσμα, το οποίο προορίζεται να αποτελέσει μέρος των κτισμάτων που τελικώς θα περιέλθουν στους συνιδιοκτήτες έναντι αντιπαροχής, οφείλεται φόρος διανομής για την αξία του προϋπάρχοντος κτίσματος, αφού στην περίπτωση αυτή στη σχετική σύμβαση εμπεριέχεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού.
Άρθρα: 1 παρ. 1, 3 περ. ζ΄ και 4 παρ. 1 περ. α΄ α.ν. 1521/1950, 2 παρ. 5 ν. 3104/1954, 9 παρ. 1 ν. 1326/1983, 15 παρ. 2 ν. 1473/1984.
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Επί συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας μεταξύ των εξ αδιαιρέτου συνιδιοκτητών οικοπέδου, επί του οποίου είχε ανεγερθεί πολυκατοικία, ούτως ώστε ο καθένας των παραπάνω συνιδιοκτητών να λαμβάνει, αντί της εξ αδιαιρέτου συγκυριότητάς του επί όλων των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας, την αποκλειστική κυριότητα ορισμένων διαμερισμάτων ή ορόφων της ίδιας πολυκατοικίας, συντρέχει περίπτωση διανομής ακινήτων και συγκεκριμένα των διαμερισμάτων ή των ορόφων που εξέρχονται της συγκυριότητας, η δε διανομή αυτή υπόκειται στο φόρο που προβλέπεται από τις προεκτεθείσες διατάξεις (ΣτΕ 2663/1983). Επομένως, ο σχετικός φόρος προβλέπεται και επιβάλλεται μόνο στην περίπτωση που οι συνιδιοκτήτες οικοπεδούχοι ανεγείρουν από κοινού και με δικές τους δαπάνες πολυκατοικία, οπότε, μετά τη σύσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας, θα περιέλθει, σ' αυτούς, το σύνολο των ορόφων και διαμερισμάτων, αναλόγως του ποσοστού εξ αδιαιρέτου που είχε καθένας από αυτούς επί του οικοπέδου. Κατά συνέπεια, οσάκις αναθέτουν σε κατ' επάγγελμα εργολάβο την κατασκευή της πολυκατοικίας έναντι αντιπαροχής και μεταβιβάζονται στον τελευταίο, ως εργολαβικό αντάλλαγμα, ποσοστά εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου των συνιδιοκτητών, δεν συντρέχουν οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις και δεν επιβάλλεται φόρος διανομής στα κτίσματα που, έναντι αντιπαροχής, περιέρχονται στους συνιδιοκτήτες, εφόσον αυτά είναι υποχρεωμένος να τα κατασκευάσει και να τα παραδώσει αποπερατωμένα ο εργολάβος βάσει του σχετικού εργολαβικού συμβολαίου. Περαιτέρω όμως, όταν στο οικόπεδο για το οποίο συνάπτεται η σύμβαση αντιπαροχής περιλαμβάνεται προϋπάρχον κτίσμα, το οποίο προορίζεται να αποτελέσει μέρος των κτισμάτων που τελικώς θα περιέλθουν στους συνιδιοκτήτες έναντι αντιπαροχής, οφείλεται φόρος διανομής για την αξία του προϋπάρχοντος κτίσματος, αφού στην περίπτωση αυτή στη σχετική σύμβαση εμπεριέχεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το διοικητικό εφετείο δέχθηκε τα εξής: «Με το …/4.8.1995 συμβόλαιο του Συμβ/φου Αγρινίου ..., περί της ανταλλαγής εξ αδιαιρέτου ποσοστών οικοπέδων, ο εκκαλών ... και οι .... κατέστησαν συγκύριοι, κατά ιδανικό μερίδιο ο καθένας, επί οικοπέδου στο 142ο οικοδομικό τετράγωνο του Αγρινίου, επιφάνειας 1.861,84 Μ2, που σχηματίσθηκε με την πιο πάνω ανταλλαγή. Ειδικότερα ο εκκαλών κατέστη συγκύριος του ενιαίου οικοπέδου κατά 649/1000 εξ αδιαιρέτου, ο δεύτερος κατά 221/1000, ο τρίτος κατά 69,50/1000, ο τέταρτος κατά 29,50/1000 και ο πέμπτος κατά 31/1000. Εξάλλου, στο εν λόγω οικόπεδο υφίστατο ημιτελές κτίσμα, στο στάδιο του σκελετού, αποτελούμενο από υπόγειο 904,63 Μ2, ισόγειο 653,51 Μ2 και πρώτο όροφο 496,31 Μ2. Με την με αριθ. …/23.8.1995 πράξη σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας του πιο πάνω Συμβ/φου, οι συνιδιοκτήτες προέβλεψαν κατ' αρχήν την κατασκευή επί του οικοπέδου τούτου δύο αυτοτελών πολυκατοικιών, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν το προϋπάρχον κτίσμα, υπήγαγαν δε αυτές στο σύστημα της κατ' ορόφους ιδιοκτησίας, ώστε η κάθε διακεκριμένη ιδιοκτησία επί ορόφου ή διαμερίσματος ορόφου να αναλογεί σε ορισμένο ιδανικό μερίδιο επί του όλου οικοπέδου. Με το ίδιο συμβόλαιο οι συνιδιοκτήτες, αφού προηγουμένως μεταβίβασαν ως εργολαβικό αντάλλαγμα προς την κοινοπραξία με την επωνυμία «Κοινοπραξία ...και Σία», που ανέλαβε εργολαβικώς την κατασκευή των δύο πολυκατοικιών, 480/1000 εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου ο εκκαλών, 76/1000 ο δεύτερος (...), 23,50/1000 ο τρίτος, 1,5/1000 ο τέταρτος και 3,8/1000 ο πέμπτος, κατένειμαν τις οροφοκτησίες που είχαν απομείνει στην κυριότητά τους, ώστε να περιέλθουν κατ' αποκλειστική κυριότητα στον καθένα τους ορισμένες οροφοκτησίες, με συνολικό ποσοστό επί του οικοπέδου 169/1000 στον εκκαλούντα, 145/1000 στον δεύτερο από αυτούς, 46/1000 στον τρίτο, 28/1000 στον τέταρτο και 27,2/1000 στον πέμπτο, ενώ από το προϋπάρχον κτίσμα περιήλθαν στον εκκαλούντα οι οροφοκτησίες που αντιστοιχούσαν στα 649/870 αυτού και το ... οι οροφοκτησίες που αντιστοιχούσαν στα 221/870. Για τις διαφορές μεταξύ της ιδανικής και της αυτούσιας μερίδας των συνιδιοκτητών συμφωνήθηκε η καταβολή τιμήματος». Με βάση τα πραγματικά αυτά περιστατικά το διοικητικό εφετείο έκρινε ότι: «εφόσον ο εκκαλών με τους λοιπούς συνιδιοκτήτες του ενιαίου οικοπέδου μεταβίβασαν με το …/23.8.1995 συμβόλαιο, με το οποίο είχαν συστήσει οριζόντια ιδιοκτησία, στην κοινοπραξία... και Σία ως εργολαβικό αντάλλαγμα τα 584,8/1000 εξ αδιαιρέτου του ενιαίου οικοπέδου και η κοινοπραξία αυτή ανέλαβε με δαπάνες και επιμέλειά της την κατασκευή των δύο πιο πάνω πολυκατοικιών, οι οροφοκτησίες που περιήλθαν στον εκκαλούντα και λοιπούς οικοπεδούχους, ως αντιπαροχή, δεν υπόκεινται σε φόρο διανομής». Η κρίση, όμως, αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νόμιμη, αφού, σύμφωνα με όσα αναφέρονται στην προηγούμενη σκέψη, εφόσον στο ενιαίο οικόπεδο υπήρχε κτίσμα που αποτέλεσε μέρος των κτισμάτων που κατά τη σύμβαση περιέρχονται στους συνιδιοκτήτες, στη σύμβαση περιλαμβάνεται και σύμβαση διανομής του κτίσματος αυτού. Για το λόγο, συνεπώς, αυτό αναιρέσεως, που βάσιμα προβάλλεται, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί και η υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα νόμιμη κρίση. Η εξέταση των λοιπών λόγων αναιρέσεως παρέλκει ως αλυσιτελής. Ο ισχυρισμός του αναιρεσιβλήτου ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση μνημονεύεται εκ παραδρομής άλλο και όχι το κρίσιμο εν προκειμένω συμβόλαιο αφορά ζήτημα πραγματικό που θα εξετασθεί από το δικαστήριο της ουσίας μετά την αναίρεση κατά τ' ανωτέρω.
(Αναιρεί την απόφαση ΔΕφΠατρών 588/2000. Παραπέμπει την υπόθεση στο Εφετείο)