Νομολογία - πολιτικά

(ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2009 - ÔÅÕ×ÏÓ 57) Αριθμός απόφασης: 1850/2009 Τμήμα: Άρειος Πάγος: Α1 Πολιτικό Τμήμα Πρόεδρος: Δ. Δαλιάνης Εισηγητής: Χ. Ζώης
Έφεση εναντίον απόφασης μονομελούς πρωτοδικείου που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία του άρθρου 270 παρ. 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ. Αποδεικτικά μέσα που λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται ως δικαστικά τεκμήρια. Τι πρέπει να αναφέρει ο αναιρεσείων στο αναιρετήριο όταν προτείνει το λόγο αναιρέσεως από τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 11 περ. α΄ ΚΠολΔ. Ιδιωτικά έγγραφα. Πότε αποδεικνύουν κατά του εκδότη και ποια η αποδεικτική δύναμή τους. Πότε το έγγραφο θεωρείται αναγνωρισμένο από εκείνον κατά του οποίου προσκομίζεται. Ένσταση πλαστότητας εγγράφου κατά το περιεχόμενό του. Πότε πρέπει να υποβληθεί η ένσταση ότι το έγγραφο είναι πλαστό κατά το περιεχόμενό του και πότε υποβάλλεται όταν η πλαστογραφία αποδίδεται σε ορισμένο πρόσωπο. Πότε ιδρύονται οι αναιρετικοί λόγοι από το άρθρο 559 αριθ. 10 και 11 α ΚΠολΔ.
Άρθρα: 270 παρ. 1 και 2, 524 παρ. 1, 562 παρ. 2, 559 αριθ. 10 και 11 περ. α΄ , 445, 457 παρ. 1, 527 και 461 ΚΠολΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 270 παρ. 1 και 2 και 524 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει ότι στη δευτεροβάθμια δίκη, που διεξάγεται όταν έχει ασκηθεί έφεση εναντίον απόφασης μονομελούς πρωτοδικείου, η οποία είχε εκδοθεί κατά τη διαδικασία του άρθρ. 270 παρ. 2 εδ. α΄ ΚΠολΔ, προς απόδειξη ή ανταπόδειξη ασκούντος ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης ισχυρισμού, λαμβάνονται υπόψη και συνεκτιμώνται, ως δικαστικά τεκμήρια, και αποδεικτικά μέσα μη πληρούντα τους όρους του νόμου, ακόμη και άκυρα ή ανυπόγραφα για οποιοδήποτε λόγο έγγραφα, όχι όμως πλαστά ή μη γνήσια, διότι δεν συγχωρείται η χρησιμοποίηση ψευδών αποδεικτικών μέσων (ΟλΑΠ 15/2003). Από αυτά, σε συνδυασμό και με τα άρθρα 562 παρ. 2 και 559 αρ. 11 περ. α΄ ΚΠολΔ, συνάγεται περαιτέρω ότι για να ιδρυθεί λόγος αναίρεσης από την τελευταία διάταξη, επειδή το δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του επί ουσιώδους για την έκβαση ζητήματος, έλαβε υπόψη παρά το νόμο και έγγραφο που δεν πληροί τους όρους του νόμου, πρέπει ο αναιρεσείων να αναφέρει στο αναιρετήριο ότι προέβαλε νομίμως στο δικαστήριο της ουσίας ισχυρισμό, αμφισβητώντας τη βάση του τεκμηρίου, ότι δηλαδή το έγγραφο είναι πλαστό ή μη γνήσιο. Εξάλλου, κατά το άρθρο 443 ΚΠολΔ τα ιδιωτικά έγγραφα αποδεικνύουν κατά του εκδότη, αν φέρουν την ιδιόχειρη υπογραφή του, κατά δε το άρθρο 445 ΚΠολΔ τα ιδιωτικά έγγραφα αποτελούν πλήρη απόδειξη ότι η δήλωση που περιέχουν προέρχεται από τον εκδότη τους, επιτρέπεται όμως ανταπόδειξη. Κατά το άρθρο 457 παρ. 1 ΚΠολΔ, εκείνος κατά του οποίου προσκομίζεται ιδιωτικό έγγραφο οφείλει να δηλώσει αμέσως αν αναγνωρίζει ή αρνείται τη γνησιότητα της υπογραφής, διαφορετικά το έγγραφο θεωρείται αναγνωρισμένο, κατά το άρθρο δε 464 ΚΠολΔ, αν το έγγραφο προσβάλλεται ως πλαστό κατά το περιεχόμενό του, χωρίς να αποδίδεται η πλαστογραφία σε ορισμένο πρόσωπο, η ένσταση πλαστότητας πρέπει να υποβληθεί κατά τη συζήτηση κατά την οποία το πρώτο προσκομίζεται το έγγραφο, εκτός αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις των άρθρων 269 και 527 ΚΠολΔ, και όχι σε κάθε στάση της δίκης, όπως κατ’ εξαίρεση ορίζεται στο άρθρο 461 ΚΠολΔ για την περίπτωση που η πλαστογραφία αποδίδεται σε ορισμένο πρόσωπο. Συνεπώς, το δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσκομίσθηκε το έγγραφο, του οποίου δεν αμφισβητήθηκε η γνησιότητα της υπογραφής, αλλά μόνο προβάλλεται πλαστότητα του περιεχομένου του, διατάσσει αποδείξεις επί της πλαστότητας, μόνον αν η εν λόγω ένσταση προτάθηκε παραδεκτώς, ήτοι κατά τη συζήτηση κατά την οποία το έγγραφο για πρώτη φορά προσκομίσθηκε, άλλως δεν ιδρύονται οι αναιρετικοί λόγοι από το άρθρο 559 αριθ. 10 β΄ και 11 α΄ ΚΠολΔ, για μη διάταξη αποδείξεων και για λήψη υπόψη μη επιτρεπόμενου από τον νόμο αποδεικτικού εγγράφου.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved