Νομολογία - ποινικά

(ΜΑΡΤΙΟΣ - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2011 - ÔÅÕ×ÏÓ 66) Αριθμός απόφασης: ΑΠ 1827/2010 Τμήμα: Τμήμα Ζ΄ (Ποιν.) Εισηγητής: Α. Ξένος
Σωματική βλάβη από αμέλεια. Αιτιολογία αθωωτικής αποφάσεως
Άρθρα: 314 παρ. 1 ΠΚ, 93 παρ. 3 Συντ., 139 ΚΠοινΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Κατά το άρθρο 314 § 1α ΠΚ, όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 28 του ίδιου κώδικα, από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια απαιτείται να διαπιστωθεί ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη, κατά αντικειμενική κρίση, προσοχή, την οποία οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος που τελεί υπό τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες και τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τη λογική, και ότι είχε τη δυνατότητα με τις προσωπικές του ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με την πράξη ή παράλειψή του. Η αμέλεια κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 28 ΠΚ διακρίνεται σε μη συνειδητή, κατά την οποία ο δράστης από έλλειψη της προσοχής δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, και σε ενσυνείδητη κατά την οποία προέβλεψε μεν ότι με τη συμπεριφορά του μπορεί να έλθει το αποτέλεσμα αυτό, αλλά πίστεψε ότι θα το απέφευγε.
Κατά το άρθρο 502 § 2 του Κ.Ποιν.Δ., ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε αποφάσεως ποινικού δικαστηρίου εντός της προθεσμίας του άρθρου 479 § 2, δηλαδή εντός προθεσμίας ενός μηνός από την καταχώρηση της αποφάσεως καθαρογραφημένης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 § 2 Κ.Ποιν.Δ. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, προς τον σκοπό επανορθώσεως τυχόν εσφαλμένων αποφάσεων, δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά πάσης αποφάσεως αθωωτικής ή καταδικαστικής και για όλους τους λόγους του άρθρου 501 § 1 Κ.Ποιν.Δ., μεταξύ των οποίων και η έλλειψη της από τα άρθρα 93 § 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ. απαιτουμένης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Ειδικά, προκειμένου περί αθωωτικής αποφάσεως, εν όψει του τεκμηρίου αθωότητας, που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 § 2 της ΕΣΔΑ (ν.δ. 53/1974), τέτοια έλλειψη αιτιολογίας που ιδρύει τον από το άρθρο 510 § 1 στοιχ. Δ΄ Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναιρέσεως συντρέχει είτε όταν δεν εκτίθενται καθόλου στην απόφαση πραγματικά περιστατικά, είτε όταν δεν αιτιολογεί το δικαστήριο, γιατί δεν πείσθηκε για την ενοχή του κατηγορουμένου από τα αξιολογηθέντα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στα πρακτικά και οι λόγοι για τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας αδυνατεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε την αξιόποινη πράξη που του αποδίδεται, ως προς την αντικειμενική και υποκειμενική της υπόσταση. Προκειμένου περί του εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια, για τη θεμελίωση του οποίου απαιτούνται τα προηγουμένως αναφερθέντα στοιχεία, πρέπει το δικαστήριο της ουσίας να αιτιολογεί με την απαλλακτική του απόφαση, για την πληρότητα της αιτιολογίας της οποίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το διατακτικό της, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, γιατί δεν πείσθηκε για τη συνδρομή στο πρόσωπο του κατηγορουμένου των θεμελιωτικών του εγκλήματος αυτού περιστάσεων, με βάση τα αποδεικτικά περιστατικά που αναφέρονται στα πρακτικά.
Δεν απαιτείται, όμως, για την αιτιολογία της αθωωτικής αποφάσεως, να εκθέτει το δικαστήριο σ΄ αυτήν περιστατικά από τα οποία να πείσθηκε για την αθωότητα του κατηγορουμένου, δεδομένου ότι αντικείμενο αποδείξεως στην ποινική δίκη είναι η ενοχή και όχι η αθωότητά του. Ως προς τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη από το δικαστήριο όλα τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος των και όχι ορισμένα μόνον από αυτά, χωρίς ανάγκη ιδιαίτερης μνείας των και του τι προέκυψε από το καθένα. Όταν εξαιρούνται δε ορισμένα από αυτά, δεν προκύπτει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, αρκεί να προκύπτει από την απόφαση ότι το δικαστήριο εξετίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα για να καταλήξει στην αθωωτική του κρίση.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved