Νομολογία - ποινικά

(ΜΑΪΟΣ - ΙΟΥΝΙΟΣ 2006 - ÔÅÕ×ÏÓ 37) Αριθμός απόφασης: 239/2006 Τμήμα: ΣΤ΄ (Ποιν.) ΑΠ Πρόεδρος: - Εισηγητής: Ευ. Σταυρουλάκης
Αιτιολογία απόφασης που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο λόγω εκπρόθεσμης άσκησης τούτου τι πρέπει να περιλαμβάνει για να είναι ειδική και εμπεριστατωμένη. Επίδοση «ως αγνώστου διαμονής»
93 § 3 Συντ., 139, 473 § 1, 476 §§ 1 και 2, 156 §§ 1 και 2, 273 § 1 ΚΠΔ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ

   Κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 του ΚΠΔ, όπως η πρώτη παράγραφος αντικαταστάθηκε με το άρθρο 38 του ν. 3160/2003, το ένδικο μέσο απορρίπτεται ως απαράδεκτο, εκτός άλλων περιπτώσεων, και όταν ασκήθηκε εκπροθέσμως. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη, είναι επιτρεπτή μόνον αναίρεση, για όλους τους λόγους που περιοριστικά αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 510 του ΚΠΔ, μεταξύ των οποίων είναι και αυτός της έλλειψης αιτιολογίας, με την προϋπόθεση ότι οι λόγοι αναφέρονται στην ορθότητα της κρίσης για το απαράδεκτο. Εξάλλου, η απόφαση με την οποία απορρίπτεται το ένδικο μέσο της έφεσης ως απαράδεκτο, λόγω εκπρόθεσμης άσκησης τούτου, για να έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, από την έλλειψη της οποίας ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγος ακυρότητας της επίδοσης, πρέπει να διαλαμβάνει το χρόνο της επίδοσης στον εκκαλούντα της προσβαλλόμενης με την έφεση απόφασης και εκείνον της άσκησης της έφεσης, όπως και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των στοιχείων εγκυρότητας του αποδεικτικού και της επίδοσης, εκτός εάν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επίδοσης ή ανώτερης βίας, από την οποία απολέσθηκε η προθεσμία άσκησης της έφεσης (άρθρο 473 παρ. 1 του ΚΠΔ), οπότε η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στα αιτήματα αυτά (Ολ. ΑΠ 6 και 7/1994 και 4/1995). Μεταξύ των λόγων ακυρότητας της επίδοσης, οι οποίοι πρέπει να προβάλλονται υποχρεωτικώς με την έφεση, είναι και η επίδοση «ως αγνώστου διαμονής», χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτής, μολονότι δηλαδή ο εκκαλών -κατηγορούμενος είχε «γνωστή διαμονή».

   Επίσης, πρέπει να προβάλλεται υποχρεωτικώς με την έφεση και ο λόγος ανώτερης βίας, από την οποία ο εκκαλών παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκησή της, στην έννοια όμως της οποίας (ανώτερης βίας) δεν εμπίπτει και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επίδοσης ως αγνώστου διαμονής και εντεύθεν μη γνώση από μέρους του εκκαλούντος της εκκαλούμενης απόφασης, γιατί στην περίπτωση αυτή ο τελευταίος μάχεται κατά του κύρους της επίδοσης και δεν επικαλείται λόγο ανώτερης βίας, δικαιολογητικό του εκπρόθεσμου της άσκησης της εφέσεώς του. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις του άρθρου 156 παρ. 1 και 2 του ίδιου Κώδικα, εκείνος (εκκαλών – κατηγορούμενος) που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη, για τη δικαστική αρχή που έχει εκδώσει το προοριζόμενο για επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοσή του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους ή ακόμη και στην αστυνομική αρχή. Τόπος δε κατοικίας νοείται εκείνος που έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος, κατά το άρθρο 273 παρ. 1 του ΚΠΔ, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί και, σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, αυτός που έχει δηλώσει στην αρμόδια εισαγγελική αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν έχει εμφανισθεί κατ’ αυτή, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή στην έγκληση.

Copyright© 2006-2014 - Νομικά χρονικά - All Rights Reserved